Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2008

Το εργασιακό στρες και η επαγγελματική εξουθένωση

Το εργασιακό στρες είναι μια μορφή χρόνιου στρες. Οποίος υποφέρει από εργασιακό στρες, εκτός από το ότι παρουσιάζει τα κλασσικά σωματικά και ψυχολογικά συμπτώματα του στρες, νιώθει ότι οι απαιτήσεις της εργασίας του ξεπερνούν τις δυνατότητές του ή του προκαλούν υπερβολικό άγχος και ανησυχία. Πιθανοί στρεσσογόνοι παράγοντες στην εργασία μπορεί να είναι α) η δομή και το είδος των καθηκόντων, οι συνθήκες εργασίας ή τα προσόντα του εργαζόμενου β) οι συνθήκες συνεργασίας και επικοινωνίας και γ) η οργάνωση της εργασίας, με κύριους παράγοντες, την έλλειψη πληροφοριών για επικείμενες αλλαγές, τον ανεπαρκή έλεγχο των καταστάσεων ή την αδυναμία επίλυσης συγκρούσεων.
Όταν ο εργαζόμενος αποτυγχάνει επανειλημμένα να αντιμετωπίσει το εργασιακό στρες, μπορεί να οδηγηθεί στην επαγγελματική κόπωση ή εξουθένωση (στα αγγλικά burnout). Πρόκειται για μια κατάσταση που διαφέρει από το στρες. Είναι ένα πολυδιάστατο ψυχολογικό σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από συναισθηματική εξάντληση, αποπροσωποποίηση και μειωμένο αίσθημα προσωπικής επίτευξης. Συνήθως εμφανίζεται μετά από μακροχρόνια παραμονή σε ιδιαίτερα απαιτητικά εργασιακά περιβάλλοντα, τα οποία επιφέρουν συχνές απογοητεύσεις και οδηγούν σταδιακά σε απώλεια ενδιαφέροντος για το εργασιακό αντικείμενο και στην ακύρωση των φιλοδοξιών των εργαζομένων. Ο εργαζόμενος μπορεί να αποδυναμωθεί ψυχικά και να βιώσει αισθήματα κενού και μόνιμης κόπωσης. Να απολέσει τη διάθεση για εργασία και ακόμα να παραβλέψει τη σημασία της για τους εξυπηρετούμενους. Έτσι αποποιείται τις ευθύνες του και αδιαφορεί για την επιτυχή διεκπεραίωση των καθηκόντων του.
Γενικά τα επαγγέλματα που έχουν υψηλές συναισθηματικές απαιτήσεις οδηγούν σε έντονο άγχος και υψηλό κίνδυνο επαγγελματικής εξουθένωσης. Για πολλά χρόνια πιστεύαμε ότι μόνο οι υπηρεσίες που έχουν ως αντικείμενο τον άνθρωπο (κοινωνικοί λειτουργοί, δάσκαλοι, αστυνομικοί, νοσοκόμοι κ.λ.π.) κινδυνεύουν από επαγγελματική εξουθένωση. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια αποδεικνύεται ότι κάθε εργαζόμενος μπορεί να απομακρυνθεί ψυχολογικά από το αντικείμενο της εργασίας του και να νιώσει εξάντληση.
Η επαγγελματική εξουθένωση έχει πολλές επιπτώσεις στο άτομο, στην κοινωνία και στην οικονομία. Οδηγεί σε πιθανή αλλαγή επαγγέλματος, στη μείωση της παραγωγικότητας, στην αύξηση του κόστους παραγωγής, σε συχνές απουσίες και ασθένειες, στην αύξηση των δαπανών των ασφαλιστικών ταμείων, στον κίνδυνο της ανεργίας κ.α. Επίσης προκαλεί προβλήματα σωματικά (διαταραχές ύπνου και διατροφής, πονοκεφάλους, στομαχικά έλκη, καρδιακές ασθένειες), ψυχολογικά (κατάθλιψη, φοβίες, επιθετικότητα, χαμηλή αυτοεκτίμηση, αίσθημα αποτυχίας, δυσκολίες συγκέντρωσης) και συμπεριφοράς (κατάχρηση αλκοόλ, καφέ, νικοτίνης, διαταραγμένες διαπροσωπικές σχέσεις).
Στα αρχικά στάδια η απομάκρυνση από την εργασία, η ξεκούραση και η αλλαγή περιβάλλοντος βοηθά στη βελτίωση της κατάστασης του εργαζόμενου. Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως χρειάζεται η βοήθεια ειδικού.
Η προληπτική ψυχική υγιεινή βοηθά στην ευκολότερη αντιμετώπιση της επαγγελματικής κόπωσης, καθώς :
  • Η επιβολή ορίων, η συναισθηματική αποστασιοποίηση, η διεκδικητική συμπεριφορά, η βελτίωση της επικοινωνίας, η εποπτεία και οι ευχάριστες δραστηριότητες (εκδρομές, διασκέδαση, χόμπι, κ.α.) είναι τα αποτελεσματικότερα «εμβόλια».
  • Η συνολική βελτίωση της ψυχολογικής κατάστασης του εργαζομένου τον βοήθα να αποδεχθεί τα δομικά προβλήματα της εργασίας του που δεν μπορούν να αλλάξουν ή αλλάζουν δύσκολα.
  • Οι ευαισθητοποιημένοι εργοδότες κατανοούν πως η ενημέρωση και τα ομαδικά συμβουλευτικά προγράμματα μπορούν να κάνουν τους εργαζόμενους πιο ευτυχισμένους και να μειώσουν το μεγάλο κόστος της επαγγελματικής εξουθένωσης.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 31, Παρασκευή 1 Μαρτίου 2005

© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου

Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2008

Ερμηνεύοντας τα προβλήματα σχέσεων

Στο παρελθόν η συζήτηση γύρω από την επιτυχημένη σχέση ήταν σαφώς πιο εύκολη. Η κοινωνική πραγματικότητα δεν επέτρεπε μεγάλες διαφοροποιήσεις και τα πράγματα ήταν «πιο ξεκάθαρα». Στο παραδοσιακό μοντέλο η μεν γυναίκα ήταν υποταγμένη, ο δε άνδρας καταπίεζε την πιο ανθρώπινη πλευρά του – το συναίσθημά του. Το αποτέλεσμα ήταν ότι γενιές ανθρώπων έζησαν στη συναισθηματική στέρηση και την καταπίεση.
Φυσικά οι άνθρωποι κουβαλούν στη σχέση τους τα μοντέλα των πατρικών οικογενειών, την προσωπικότητά τους, τις εμπειρίες και τις ατομικές, ψυχολογικές δυσκολίες τους.
Η αλλαγή των στάσεων για τη σχέση ή το γάμο είναι μια μακροχρόνια κοινωνική διαδικασία. Πολλοί/ές πιστεύουν ακόμα ότι αν βρουν τον/την κατάλληλος/η σύντροφος, τότε όλα στη σχέση θα προχωρήσουν ως δια μαγείας, με «αυτόματο πιλότο». Η πεποίθηση αυτή είναι μοιραίο να οδηγήσει τη σχέση σε προβλήματα. Στην πραγματικότητα μια σχέση οικοδομείται βαθμιαία και χρειάζεται πάντα προσπάθεια για να συντηρηθεί. Έτσι, η ένωση δυο ανθρώπων γίνεται μια δυναμική διαδικασία που, εκτός από αγάπη, απαιτεί συνεργασία και προσπάθεια. Ακόμα και οι «αρετές» που όλοι περιγράφουν ως προϋποθέσεις για μια ευτυχισμένη σχέση, όπως η κατανόηση, η ανεκτικότητα, η εμπιστοσύνη, το ενδιαφέρον, η λήψη κοινών αποφάσεων, η αφοσίωση, η έκφραση των συναισθημάτων, κ.α., μπορούν να καλλιεργηθούν.
Τα ζευγάρια που έχουν συχνούς καυγάδες λειτουργούν ως εξής: ο καθένας εξάγει τα συμπεράσματά του σύμφωνα με τα πιστεύω του ή με το πώς νιώθει εκείνη τη στιγμή, αγνοώντας καθετί αντίθετο. Αμφότεροι εξετάζουν επιλεκτικά κάθε δήλωση του άλλου, έξω από τα συμφραζόμενα, αλλάζοντας το νόημά της. Η προκατάληψη τους ωθεί σε δυσμενή κριτική, ακόμα και όταν δεν υπάρχει καμία βάση για αυτή. Κινούνται σε δυο ακραίες εναλλακτικές επιλογές (άσπρο-μαύρο), που καθορίζουν τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά τους, χωρίς να θυμούνται ότι στα πάντα υπάρχει διαβάθμιση. Τα θέματα που ενδιαφέρουν τον άλλο θεωρούνται πάντα λιγότερο ή περισσότερο σοβαρά από ότι είναι στην πραγματικότητα. Η συμπεριφορά του/της συντρόφου ερμηνεύεται δυσμενώς, με αποτέλεσμα την εξαγωγή αρνητικών ή προκατειλημμένων συμπερασμάτων. Ένα συμβάν ή δυο εκλαμβάνονται, ως αντιπροσωπευτικά της συμπεριφοράς του/της συντρόφου και γενικεύονται. Αμφότεροι πιστεύουν, ότι είναι σε θέση να γνωρίζουν αυτό που σκέπτεται ο άλλος πριν καν μιλήσει. Συχνά πιστεύουν ότι οι πράξεις του/της συντρόφου στρέφονται εναντίον τους.
Στην ερωτική σχέση ή στο γάμο ισχύει ότι και στις άλλες διανθρώπινες σχέσεις, η συμπεριφορά μας, κυρίως προσδιορίζει τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά των άλλων προς εμάς. Είναι φυσικό π.χ. στη φάση του φλερτ, όπου οι επίδοξοι σύντροφοι ανταλλάσσουν φιλοφρονήσεις και διακινούν συναισθήματα να δυναμώνει η σχέση και είναι επόμενο οι ίδιοι άνθρωποι έπειτα από π.χ. μια δεκαετία να οδηγήσουν τη σχέση σε μαρασμό, αν σταματήσουν να προσπαθούν ο ένας για τον άλλο.
Μην ξεχνάτε:
  • Οι επιτυχημένες σχέσεις είναι οι συνεργατικές και όχι οι ανταγωνιστικές
  • Να έχετε κοινές δραστηριότητες που να ενδιαφέρουν και τους δυο
  • Κρατείστε τις διαφωνίες και τους τσακωμούς σας μέσα σε όρια, αποφεύγετε τις ακρότητες
  • Βασίστε τη σχέση σας σε αμοιβαία εμπιστοσύνη
  • Φερθείτε στο/στη σύντροφο όπως θα θέλατε να σας φερθεί
  • Μην είστε επιθετικοί, μιλήστε ανοικτά και συγκεκριμένα για ότι σας ενοχλεί και ζητήστε συγκεκριμένες αλλαγές ο ένας από τον άλλο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 21, Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2005
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2008

Κατανοήστε τις εκρήξεις των Έφηβων

Η εφηβεία είναι μια αναπτυξιακή φάση με τεράστιες ψυχοσωματικές αλλαγές. Οι μεταβολές που σημειώνονται οφείλονται κατά κύριο λόγο στη λειτουργία της υπόφυσης και των γεννητικών αδένων. Οι αλλαγές που παρατηρούνται στην εξωτερική εμφάνιση των εφήβων είναι θεαματικές και αποδίδονται, κυρίως στην ωρίμανση της λειτουργίας του γενετήσιου συστήματος. Τα χαρακτηριστικά της εφηβείας διαφέρουν όχι μόνο ανάμεσα στα δυο φύλα, αλλά και από άτομο σε άτομο.
Οι έφηβοι ανήκουν ταυτόχρονα σε δύο κόσμους, στον κόσμο των παιδιών και στον κόσμο των ενηλίκων. Κύριο χαρακτηριστικό τους είναι οι έντονες διακυμάνσεις στη συμπεριφορά και στη διάθεση με αποτέλεσμα αφενός να προσεγγίζονται ιδιαίτερα δύσκολα και αφετέρου η επικοινωνία μαζί τους να δυσχεραίνεται. Πολλά μάλιστα, από τα προβλήματά τους σχετίζονται και με τις διαπροσωπικές σχέσεις, τις φιλίες και την εικόνα του εαυτού τους, καθώς αποκτούν σταδιακά την αίσθηση της ταυτότητας και αποσαφηνίζουν τον κοινωνικό τους ρόλο.
Η εξωτερική εμφάνιση συνδέεται στην εφηβεία με τη δύναμη, την ωριμότητα, την ομορφιά, την εξυπνάδα κ.α. Έτσι οι έφηβοι συγκρίνονται καθημερινά με τους σωματικά αναπτυγμένους συνομήλικούς τους και αισθάνονται ανασφαλείς ή μη επιθυμητοί σεξουαλικά.
Εξάλλου οι ορμονικές μεταβολές επιβάλλουν μια αυξημένη ερωτική διάθεση, ενώ η άγνοια και ο φόβος καλλιεργούν μια λανθασμένη αντίληψη γύρω από το σεξ. Οι ραγδαίες αλλαγές στο σώμα και στις αναλογίες των εφήβων, μπορεί να προκαλέσουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, μελαγχολία και εσωστρέφεια. Έως ότου αποκτήσουν επίγνωση για το πώς είναι το σώμα τους και πώς τους βλέπουν οι άλλοι, οι έφηβοι χρειάζονται υποστήριξη και ενθάρρυνση από το οικείο περιβάλλον. Συχνά όμως η τάση τους να διαφέρουν και να εκφράζουν αντιρρήσεις σε κάθε τι παγιωμένο, προκαλεί τη δυσαρέσκεια του κοινωνικού περίγυρου και συγκρούσεις στην οικογένεια. Οι γονείς θα πρέπει να δείχνουν κατανόηση και υπομονή. Αν έχετε παιδί στην εφηβεία:
  • Ακούστε με προσοχή τα προβλήματα των εφήβων, ακόμη και αν αυτά αφορούν το σεξ, χωρίς να βιάζεστε να βγάλετε συμπεράσματα σχετικά με τα κίνητρα ή τις αντιλήψεις τους.
  • Προσπαθήστε να δείτε αντικειμενικά τη δική σας συμπεριφορά σας – ενδεχομένως κάποιες φορές να αποτελεί αφετηρία για την εκδήλωση επιθετικότητας ή αντιδράσεων του/της έφηβου.
  • Χρησιμοποιήστε χιούμορ – συχνά είναι πολύ βοηθητικό στην επικοινωνία με τους εφήβους και βοηθά στο να εκτονώνονται οι εντάσεις.
  • Θυμηθείτε ότι μπορούν εύκολα να κάνουν αυτό που θέλουν εν αγνοία σας, επομένως είναι σημαντικό οι σχέσεις σας να στηρίζονται στον ειλικρινή και ανοικτό διάλογο για οποιοδήποτε θέμα.
  • Δείξτε ψυχραιμία και ανοχή σε τυχόν προβλήματα που μπορεί να προκαλέσουν οι έφηβοι με τη συμπεριφορά τους – χρειάζονται υποστήριξη και καθοδήγηση, αφού όπως η εμφάνισή τους έτσι και ο τρόπος σκέψης τους βρίσκεται ανάμεσα στην παιδική ηλικία και στην ενηλικίωση.
  • Μην δίνετε στους έφηβους την εντύπωση ότι τους κρίνετε ή τους κοροϊδεύετε – στην ευαίσθητη αυτή ηλικία είναι πολύ εύκολο να δημιουργηθούν στα παιδιά λανθασμένες αντιλήψεις.
  • Μπορεί κάποια στιγμή να αισθανθείτε ένα αδιέξοδο και να σας είναι εξαιρετικά δύσκολο να ελέγξετε τη συμπεριφορά του παιδιού σας – μην διστάσετε να συμβουλευτείτε έναν ειδικό και να συζητήσετε από κοινού εξειδικευμένους τρόπους αντιμετώπισης του προβλήματος που σας απασχολεί.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 25, Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2005

© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου

Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2008

Πώς να αναγνωρίσετε προβλήματα συμπεριφοράς στο παιδί σας

Η αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων συμπεριφοράς προϋποθέτει έγκαιρη διαπίστωση σε πρώιμα στάδια. Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από την παρατήρηση της συμπεριφοράς των παιδιών αρχικά από τους γονείς και κατόπιν από τους δασκάλους. Οι παρατηρήσεις θα πρέπει να στρέφονται εκτός από την ορατή συμπεριφορά και σε μη έκδηλα στοιχεία που αφορούν τις εσωτερικές, ψυχικές διεργασίες.
Συνήθως τα πρώτα σημάδια παρουσιάζονται στο σωματικό τομέα με δυσλειτουργίες στο πεπτικό, στο κυκλοφοριακό, στην αναπνοή, στην κίνηση.
Στη συμπεριφορά μπορεί να διαπιστωθούν αλλαγές στην έκφραση, στη μάθηση και στην επίδοση και στον κοινωνικό τομέα. Εξαιτίας της αδιαφορίας και της απέχθειας προς το σχολείο και τις σχολικές εργασίες, της ελλιπούς προσοχής και της παρώθησης, των γλωσσικών, αντιληπτικών και κινητικών διαταραχών παρατηρείται μειωμένη μάθηση και μερική ή ολική πτώση της επίδοσης.
Στην έκφραση παρουσιάζονται διαταραχές στη γλώσσα, δυσθυμίες, άγχος, ορμητικότητα, καταστροφικές τάσεις κ.α.
Στον κοινωνικό τομέα παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα κατά τη διαδικασία κοινωνικοποίησής τους. Έλλειψη συνεργασίας, ελλιπής ή αδιαφοροποίητη ικανότητα για επαφή και ανάπτυξη σχέσεων, μέτρια κοινωνική ενσωμάτωση, δυσαρέσκεια και καβγάδες είναι μερικά από τα πιο συχνά συμπτώματα. Τα παιδιά με προβλήματα στη συμπεριφορά, ακόμη και σε αυτή την ηλικία, δεν τηρούν κοινωνικό – πολιτιστικούς κανόνες. Καταπατούν ή αρνούνται την παράδοση, τα ήθη, τα έθιμα, τις αρχές και τις αξίες της κοινωνίας.
Στο ψυχολογικό επίπεδο υποφέρουν από χρόνιες ψυχικές συγκρούσεις και άσχημα βιώματα, τα οποία είτε προκαλούν αποδιοργάνωση της συμπεριφοράς τους ή εσωτερικές συγκρούσεις. Σε γενικές γραμμές δεν έχουν πάρει τον απαραίτητο ψυχικό και πνευματικό εξοπλισμό για να αντιμετωπίσουν τη ζωή.
Συνοψίζοντας θα λέγαμε ότι τα προβλήματα συμπεριφοράς χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Στις αντιδραστικές ή περιβαλλοντικές διαταραχές της συμπεριφοράς για τις οποίες ευθύνεται το περιβάλλον και για το λόγο αυτό το παιδί παρουσιάζει προβλήματα σε ένα συγκεκριμένο χώρο, ενώ σε ένα άλλο περιβάλλον η συμπεριφορά του είναι καλή. Στη συνέχεια έχουμε τα προβλήματα συμπεριφοράς οργανικού τύπου, όπου κατατάσσεται το υπερκινητικό σύνδρομο, η αντιληπτική έκπτωση, η συναισθηματική ρηχότητα, η παρορμητικότητα και οι διαταραχές στην προσοχή, στη μνήμη, στη μάθηση και στη σκέψη. Τέλος υπάρχουν τα προβλήματα συμπεριφοράς αντικοινωνικού τύπου, τα οποία εκδηλώνονται με την ψευδολογία, την κλοπή, την επιθετικότητα, τις καταστροφές και τις θηριωδίες.
Κάθε παιδί με προβληματική συμπεριφορά χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή και ίσως σε κάποια περίοδο της σχολικής ζωής του να χρειαστεί ειδική εκπαιδευτική αγωγή. Το είδος της ειδικής βοήθειας, καθώς και η διάρκειά της, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα αποτελέσματα της διάγνωσης και της αξιολόγησης του προβλήματός του. Με άλλα λόγια είναι απαραίτητο να διερευνηθούν διαγνωστικά οι ειδικές εκπαιδευτικές, κοινωνικές, ψυχολογικές ανάγκες του παιδιού, προκειμένου να αποφασιστούν τα εξής:
  • Αν το συγκεκριμένο παιδί χρειάζεται ειδική θεραπευτική αγωγή.
  • Ποιος ή ποιοι θα υλοποιήσουν ένα κατάλληλο πρόγραμμα εκπαιδευτικής αγωγής.
  • Πότε και που.
  • Με ποια μέσα.
Συμπερασματικά, τα προβλήματα συμπεριφοράς αποτελούν δυσκολίες που παρατηρούνται μέσα στο σύστημα άτομο-περιβάλλον και η μελέτη ή η αντιμετώπισή τους δεν επικεντρώνεται μόνο στο άτομο ανεξαρτήτως περιβάλλοντος (σχολικού ή οικογενειακού). Πρέπει να αντιμετωπίζονται πολυπαραγοντικά, διεπιστημονικά και εξατομικευμένα.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 48, Παρασκευή 29 Ιουλίου 2005

© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου

Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2008

Τα προβλήματα συμπεριφοράς στην παιδική ηλικία

Τα παιδιά προκειμένου να αναπτύξουν ικανοποιητικές διαπροσωπικές σχέσεις και να ενταχθούν δημιουργικά στο περιβάλλον τους, είναι απαραίτητο να μάθουν να συμμορφώνονται στους κοινωνικούς κανόνες και να ελέγχουν τη συμπεριφορά τους.
Το παιδί που δεν θα επιτύχει έναν ικανοποιητικό βαθμό αυτοελέγχου, ώστε να προσαρμόζει τις ανάγκες του στις ανάγκες των άλλων επικρίνεται, τιμωρείται και μπορεί στη συνέχεια, ως ενήλικος, να περιθωριοποιηθεί ή να στιγματισθεί.

Η ευαισθητοποίηση της οικογένειας και της εκπαιδευτικής κοινότητας είναι απαραίτητη διότι τα προβλήματα συμπεριφοράς μπορεί πολύ εύκολα να γενικευτούν και να επηρεάσουν αρνητικά την εξέλιξη και την πορεία του παιδιού, ειδάλλως ο χρόνος θα ενισχύσει το όποιο πρόβλημα και στη συνέχεια η κοινωνία θα «τιμωρήσει» το «απροσάρμοστο» ενήλικο πια άτομο (συνήθως με την απομόνωσή του ή τη στέρηση ευκαιριών).


Η οικογένεια, ακόμα και αν δεν έχει τις απαραίτητες γνώσεις, όταν θα αρχίσει να βιώνει τα αρνητικά αποτελέσματα της προβληματικής συμπεριφοράς του παιδιού θα πρέπει να κινητοποιηθεί και να ζητήσει ενημέρωση και κατάλληλη βοήθεια. Ο/η εκπαιδευτικός, που κανονικά οφείλει να ξέρει πώς θα ανιχνεύσει και θα χειριστεί τη προβληματική συμπεριφορά, πρέπει να διαθέτει χρόνο και ζήλο στην παρατήρηση και καταγραφή των προβληματικών συμπεριφορών και σε συνεργασία με τους γονείς και τους ειδικούς ψυχολόγους να σχεδιάζει και να υλοποιεί αποτελεσματικές παρεμβάσεις.


«Δεν ακούει...., Πρώτα ενεργεί και μετά σκέπτεται....., Δεν έχει αίσθηση του τι είναι σωστό και τι όχι.....», είναι φράσεις που συχνά ακούγονται από τους γονείς και τους δασκάλους. Τι βρίσκεται στη βάση όλων αυτών των παραπόνων για ανυπακοή;


Τα προβλήματα στη συμπεριφορά είναι γενικά μια μορφή έκφρασης ελλιπούς κοινωνικοποίησης και η παρουσία τους στο παιδί συνθέτει ένα σοβαρό και πολυδιάστατο πρόβλημα από παιδαγωγική, κοινωνιολογική και ψυχολογική άποψη. Στην πλειονότητά τους τα προβλήματα συμπεριφοράς οφείλονται σε δυσμενείς επιδράσεις του περίγυρου, σε ελλιπή ή λανθασμένη αγωγή ή σε μη ευνοϊκές καταστάσεις ανάπτυξης. Μπορούν να εκδηλωθούν με επιθετικότητα, απειθαρχία, άσχημο λεξιλόγιο, χρήση βίας ή φασαρία. Οι συμπεριφορές αυτές κάνουν τους γονείς να υποφέρουν. Κάνουν τους δασκάλους τους να υποφέρουν. Ακόμη κάνουν και τα άλλα παιδιά στον περίγυρο, ιδίως τα λιγότερο δυναμικά, να υποφέρουν. Περισσότερο όμως υποφέρουν τα ίδια, γιατί τις περισσότερες φορές γεμίζουν άγχος και απογοητεύσεις.


Όλα τα παιδιά μπορεί να παρουσιάσουν άσχημη ή αντικοινωνική συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής τους. Ορισμένα όμως αδυνατούν να ελέγξουν τις εχθρικές και καταστροφικές τους παρορμήσεις, γεγονός που επιφέρει σοβαρές επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή του παιδιού και κυρίως στη γνωστική του ανάπτυξη.


Δεν είναι πάντοτε εύκολο να καθορίσουμε το βαθμό και την ποιότητα της απόκλισης της συμπεριφοράς ορισμένων από τα διαταραγμένα παιδιά από εκείνη των φυσιολογικών. Αυτό γιατί η λεγόμενη φυσιολογική συμπεριφορά δεν είναι αυστηρά καθορισμένη και διαφέρει από το ένα στάδιο ανάπτυξης στο άλλο. Έτσι εκδηλώσεις που θεωρούνται φυσιολογικές για μια ηλικία είναι πιθανό να είναι παθολογικές για μια άλλη.
Δεν είναι όμως μόνο η ηλικία που διαφοροποιεί τη συμπεριφορά των παιδιών, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες εθνικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί και πολιτιστικοί που δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο τον καθορισμό της ομαλής συμπεριφοράς.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 47, Παρασκευή 22 Ιουλίου 2005

© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου

Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2008

Ο ψυχολογικός τραυματισμός

Οι τραυματικές εμπειρίες είναι ακραίες καταστάσεις που υπερβαίνουν τα συνηθισμένα γεγονότα της ζωής. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται η σοβαρή απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας, η απειλή κατά των παιδιών ή των συγγενών μας, η ξαφνική απώλεια του σπιτιού μας ή οι σοβαρές ζημίες στην περιοχή κατοικίας μας και η παρακολούθηση ενός θανάτου από τροχαίο ή από άσκηση σωματικής βίας.
Το τραύμα καταστρέφει τις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ του θύματος και του κόσμου. Δημιουργεί ένα υπερβολικό στρες με ψυχικές, συναισθηματικές και σωματικές επιπτώσεις. Το άτομο μοιάζει να μην ξέρει πια τι πρέπει να κάνει για να επιβιώσει και επιπλέον δεν μπορεί να κάνει εκτιμήσεις για το άμεσο μέλλον. Τα συμπτώματα, που συνήθως εμφανίζει, περιγράφονται με τον όρο Μετατραυματική Διαταραχή Στρες (ΜΔΣ).
Η ΜΔΣ είναι μια ασθένεια που προσβάλλει κυρίως ανθρώπους θύματα βίαιων συμπεριφορών ή καταστάσεων. Οφείλεται κυρίως στην έκθεση σε ψυχοτραυματικά γεγονότα και έχει συνδεθεί με γεγονότα όπως ο πόλεμος, η αιχμαλωσία, τα βασανιστήρια, οι φυσικές ή τεχνικές καταστροφές και η εθνοκάθαρση. Ωστόσο μπορεί να προσβάλλει και κάποιους που φρόντισαν ή με κάποιο τρόπο ενεπλάκησαν με τα θύματα (π.χ. οι πυροσβέστες που καθάρισαν τα συντρίμμια των δίδυμων πύργων, τα παιδιά των βετεράνων πολεμιστών κ.α.). Τότε την χαρακτηρίζουμε δευτερογενή.
Το Μετατραυματικό Στρες είναι στην ουσία μια αποτυχημένη προσπάθεια ανάνηψης από το ψυχολογικό τραύμα. Έχει ως βασικά χαρακτηριστικά: 1)την επαναβίωση της εμπειρίας με τη μορφή επίμονων παρεισφρητικών εικόνων, 2) τη συνεχή αναπαράσταση του γεγονότος, καθώς το άτομο προσπαθεί νοερά να «αλλάξει» το συμβάν και να «ελέγξει» την κατάσταση, 3) τον ψυχολογικό πόνο και τη θυματοποίηση και 4) την πλήρη απώλεια ενδιαφέροντος για το μέλλον.
Λόγω των παραπάνω υπάρχει υπερδιέγερση, έντονη δυσφορία, απόσυρση από το περιβάλλον, ενοχή για όσους δεν επέζησαν, μούδιασμα και έντονη αποφυγή καταστάσεων και δραστηριοτήτων που θυμίζουν το τραυματικό γεγονός. Άγχος, κατάθλιψη, κατάχρηση αλκοόλ και άλλων εξαρτησιογόνων ουσιών αποτελούν συχνές επιπλοκές της ΜΔΣ.
Οι πιθανότητες για τις γυναίκες να αναπτύξουν ΜΔΣ είναι διπλάσιες. Το γεγονός αυτό οφείλεται πιθανά στο ότι βιώνουν συνήθως περισσότερη βία (ενδοοικογενειακή βία, βιασμός ή άλλη μορφή κακοποίησης).
Το χρόνιο στρες καθιστά τον άνθρωπο ευάλωτο στο ψυχολογικό τραύμα. Επίσης άλλοι παράγοντες όπως η μειωμένη κοινωνική λειτουργικότητα, το χαμηλό ηθικό και η κακή σωματική υγεία αποτελούν τυπικά αποτελέσματα της αδυναμίας διαχείρισης του στρες.
Μελέτες έδειξαν ότι η κατάλληλη προετοιμασία για στρεσσογόνες καταστάσεις, όταν αυτό είναι εφικτό, μπορεί να προστατεύσει από τις επιπτώσεις του στρες.
Αν ζήσουμε ένα τραυματικό γεγονός, μπορεί να έχουμε αμέσως ή αργότερα αισθηματικές ή σωματικές αντιδράσεις σ΄ αυτό το γεγονός. Είναι πολύ κοινό, πολύ φυσιολογικό για κάθε άνθρωπο να βρεθεί σε κατάσταση σοκ, αφού περάσει ένα τραυματικό γεγονός. Τα σημάδια ή συμπτώματα του στρες μπορεί να διαρκέσουν μερικές ημέρες, εβδομάδες ή και μήνες ανάλογα με τη δριμύτητα του τραυματικού γεγονότος.
Όταν δεν μπορούμε να διαχειριστούμε το ψυχολογικό τραύμα χωρίς βοήθεια, πιθανά χρειάζεται η παρέμβαση ειδικού. Η πιο αποτελεσματική ψυχοθεραπευτική μέθοδος είναι η Γνωσιακή-Συμπεριφοριστική. Θεραπεία μπορεί να γίνει επίσης από ψυχίατρο με τη χορήγηση των κατάλληλων φαρμάκων. Τέλος είναι δυνατός και ο συνδυασμός των δυο μεθόδων. 

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 19, Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2005
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2008

Βελτιώστε τις διαπροσωπικές σχέσεις στο χώρο εργασίας

Στην εποχή μας οι ιδιαίτερες απαιτήσεις των εργοδοτών από τον εργαζόμενο, η ευρύτερη στροφή προς τον ξέφρενο καταναλωτισμό, η ανάδειξη της ιδιωτικότητας, δηλαδή της κοινωνικής στάσης «το μόνο που μετράει είναι οι δικές μου υποθέσεις» και η παντοδυναμία των αγορών αφήνουν αυτονόητα το στίγμα τους και στις διαπροσωπικές σχέσεις στους χώρους εργασίας.
Ο εργαζόμενος καλείται να κερδίσει περισσότερα χρήματα, να ανέλθει στην ιεραρχία και πάνω από όλα να μην χάσει τη δουλειά του! Έτσι ο ένας στους τρεις εργαζόμενους στην Ελλάδα ξεπερνά αρκετά τις 40 ώρες εργασίας ανά εβδομάδα και φυσικά το στρες κυριαρχεί στη ζωή του, λόγω των ιδιαίτερα αυξημένων απαιτήσεων. Διεθνώς η αύξηση χρόνου και των απαιτήσεων της εργασίας είναι μεγαλύτερη. Ακόμα και στο «ήρεμο λιμάνι» του Δημοσίου, οι εργασιακές σχέσεις αλλάζουν και η εργασία εντατικοποιείται.
Ο αριθμός των ανθρώπων που ταυτίζουν τον εργασιακό και τον κοινωνικό χώρο αυξάνεται συνεχώς. Έτσι στο χώρο του γραφείου πρέπει αναγκαστικά να εξυπηρετηθούν και κοινωνικές ανάγκες, όπως η αναζήτηση φίλων και γνωριμιών. Παράλληλα όμως το στρες, ο ανταγωνισμός και η καχυποψία υπονομεύουν το εργασιακό περιβάλλον και ευθύνονται για την επιδείνωση των ανθρωπίνων σχέσεων. Οι εργαζόμενοι, όπως καταγράφεται σε σχετικές έρευνες, θεωρούν σημαντικότερους παράγοντες στο εργασιακό περιβάλλον κατά σειρά: 1) να τους φέρονται με σεβασμό 2) να υπάρχει καλή επικοινωνία και 3) να συνεργάζονται με φιλικούς και βοηθητικούς ανθρώπους. Όμως παραδέχονται ταυτόχρονα ότι υπάρχει μεγάλη απόσταση από αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα. Για πολλούς εργαζόμενους, άνδρες και γυναίκες, οι διαπροσωπικές σχέσεις αποτελούν το σοβαρότερο στρεσσογόνο παράγοντα στην εργασία τους.
Για να βελτιωθούν οι εργασιακές διαπροσωπικές σχέσεις χρειάζεται πρώτα από όλα να επανεξετάσουμε τη δική μας φιλοσοφία γύρω από την εργασία και το εργασιακό περιβάλλον. Ίσως και η δική μας συμπεριφορά δεν ήταν πάντα η καλύτερη. Ας σκεφτούμε τι μας ώθησε σε αυτό. Αν φαντασθούμε πώς θέλουμε να μας φέρονται στον εργασιακό χώρο, τότε έχουμε μια πρώτη εικόνα πώς να φερθούμε στους συναδέλφους μας. Σεβασμός, συναδελφικότητα και συνεργατικότητα αποτελούν το τρίπτυχο του υγιούς εργασιακού περιβάλλοντος.
Ανεξάρτητα από την προσωπική μας φιλοσοφία υπάρχουν αρχές που βελτιώνουν τη διαπροσωπική επικοινωνία και συνεπώς τη σχέση μας με τους άλλους:
  • Η επικοινωνία είναι μια αμφίδρομη διαδικασία, στην οποία δίνετε και παίρνετε.
  • Χρειάζεται ισορροπία ανάμεσα στον χρόνο που θα ακούσετε και στον χρόνο που θα μιλήσετε.
  • Ακούστε ενεργητικά, δηλαδή με διάθεση να καταλάβετε τον άλλον, και όχι με στόχο να καταρρίψετε τα επιχειρήματά του.
  • Αποφεύγετε τις κρίσεις και τους χαρακτηρισμούς – μιλήστε γι’ αυτό που σας ενοχλεί.
  • Προσπαθήστε να δείξετε ότι καταλαβαίνετε τα συναισθήματα του συνομιλητή σας.
  • Μην θυμώνετε όταν δεν σας καταλαβαίνουν, μπορεί να είστε λάθος εσείς!
  • Μην ξεχνάτε ότι ο τρόπος που επικοινωνείτε με τους άλλους, καθορίζει το αν θα γίνετε κατανοητοί ή όχι.
  • Χρησιμοποιείστε κάθε φορά μια μικρή περίληψη – ανακεφαλαίωση όσων ακούσατε, ως επιβεβαίωση ότι καταλάβατε.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 24, Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2005

© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου