Η κατάθλιψη είναι μια ευρύτατα διαδεδομένη ασθένεια. Το 25% του πληθυσμού έχει βιώσει στη διάρκεια της ζωής του ένα τουλάχιστον επεισόδιο κατάθλιψης. Παρουσιάζεται με διπλάσια συχνότητα στις γυναίκες από ότι στους άνδρες. Ο όρος προέρχεται από τις λέξεις «πιέζω», «καταπιέζω», «συνθλίβω», που συχνά χαρακτηρίζουν κυριολεκτικά τις επιπτώσεις της ασθένειας στον άνθρωπο. Γνωρίζουμε την ύπαρξή της από την εποχή του Ιπποκράτη, ο οποίος την ονόμασε μελαγχολία.
Σήμερα περιγράφουμε ως μελαγχολία την προσωρινή και συνηθισμένη συναισθηματική αντίδραση σε αγχογόνα γεγονότα της ζωής. Η κατάσταση αυτή δεν συνοδεύεται από συγκεκριμένη συμπτωματολογία και περνά σε λίγες ώρες ή μέρες. Αντίθετα η κατάθλιψη είναι μια διαταραχή της διάθεσης, που εμφανίζεται με δυο μορφές, ως Μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο (επεισοδιακή μορφή) και ως Δυσθυμία, η οποία είναι ηπιότερη, χρόνια και παρουσιάζει διακυμάνσεις .
Κατάθλιψη λοιπόν δεν είναι απλά η κακή διάθεση, αλλά μια έντονη και γενικευμένη ασθένεια με τα παρακάτω κύρια χαρακτηριστικά που αδιάλειπτα επιμένουν για τουλάχιστον δυο εβδομάδες και συνοδεύονται από έκπτωση της επαγγελματικής και κοινωνικής λειτουργικότητας:
- Αρνητικό συναίσθημα, συνήθως λύπη και ανηδονία.
- Αρνητική οπτική για τα πράγματα – ιδίως για τον εαυτό και το μέλλον.
- Παθητική συμπεριφορά και απόσυρση από συνήθεις δραστηριότητες.
- Απώλεια κίνητρων και ενδιαφέροντος (πιθανώς και σκέψεις για αυτοκτονία).
- Ενοχλήσεις στο αυτόνομο (φυτικό) νευρικό σύστημα, όπως απώλεια όρεξης, κόπωση, αϋπνία, έλλειψη ερωτικής επιθυμίας.
- Σωματικές ενοχλήσεις, πονοκέφαλος, δυσκολία στην αναπνοή, δυσκοιλιότητα κ.α.
Η κατάθλιψη διαφοροποιείται ανάλογα με την ένταση και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων σε ελαφρά, μέτρια και βαριά και πολλές φορές συνυπάρχει με άλλα προβλήματα, όπως οι αγχώδεις διαταραχές. Μπορεί να έχει οργανικά αίτια, αφού πολλές ασθένειες και κάποια φάρμακα μπορεί να οδηγήσουν σε κατάθλιψη. Σε αυτή την περίπτωση είναι απαραίτητη η λεπτομερής εξέταση του ιστορικού του ασθενούς και η διενέργεια συγκεκριμένων ιατρικών εξετάσεων. Επίσης μπορεί να σχετίζεται με συνήθη γεγονότα της ζωής όπως ο αποχωρισμός, το διαζύγιο, η εφηβεία, η συνταξιοδότηση ή ακραίες καταστάσεις, όπως ο θάνατος κοντινού προσώπου, οι φυσικές και τεχνητές καταστροφές κ.α. Άλλες φορές τα αίτια έναρξής της δεν είναι φανερά. Ανάλογα με την ηλικία μπορεί να έχει και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά π.χ. στους ηλικιωμένους συχνά επιφέρει εικόνα ψευδοάνοιας.
Η κατάθλιψη δεν είναι αδυναμία ή απώλεια της αυτοπεποίθησης, ούτε ελάττωμα του χαρακτήρα ή της προσωπικότητας. Τα αίτιά της, βάσει της βιολογικής θεωρίας, οφείλονται σε ανεπάρκεια δυο νευροδιαβιβαστών (ουσίες που μεταβιβάζουν τη νευρική διέγερση μεταξύ των νευρικών κυττάρων του εγκέφαλου), της σεροτονίνης και της νοραδρεναλίνης. Σε πολλούς ασθενείς η παραπάνω θεωρία δεν αποδείχθηκε, έτσι στις δεκαετίες ΄60 και ’70 διατυπώθηκε, συμπληρωματικά, η Γνωσιακή θεωρία του Α.Τ. Μπέκ, σύμφωνα με την οποία η κατάθλιψη αποτελεί μια μαθημένη αντίδραση στο περιβάλλον. Από την παιδική ηλικία, το μετέπειτα καταθλιπτικό άτομο, έχει μάθει να υποτιμά τον εαυτό του, με αποτέλεσμα να δαπανά πολύ ενέργεια για να «επιτύχει» και να το «αποδεχθούν». Η σκέψη του χαρακτηρίζεται από αρνητισμό για τον εαυτό, το περιβάλλον και το μέλλον του. Με την πρώτη αποτυχία ή κρίση, ιδίως στις διαπροσωπικές σχέσεις, βυθίζεται στην κατάθλιψη.
Αν αναγνωρίσετε κάποια σημάδια κατάθλιψης, πρέπει να ζητήσετε βοήθεια από ειδικό. Πρόκειται για ασθένεια που θεραπεύεται επιτυχώς σε μεγάλο ποσοστό με αντικαταθλιπτικά φάρμακα ή ψυχοθεραπεία ή συνδυασμό των δυο. Η καταλληλότερη μορφή ψυχοθεραπείας για την κατάθλιψη είναι αποδεδειγμένα η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική θεραπεία.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη»
, Αρ. φύλλου 31, Παρασκευή 1 Μαρτίου 2005
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου