Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 39 , Παρασκευή 27 Μαΐου 2005
Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2007
Κρίσεις Πανικού
Στη μυθολογία καταγράφεται ότι η παρουσία του θεού Πάνα συνοδευόταν με φόβο και θόρυβο και προκαλούσε μεγάλη αναστάτωση στους ανυποψίαστους ταξιδιώτες. Η λέξη πανικός παραπέμπει μέχρι σήμερα στην αναστάτωση αυτή.
Δυστυχώς όμως παραπέμπει και στην κλινική της όψη, δηλαδή στην ασθένεια της διαταραχής πανικού (ΔΠ). Κύριο χαρακτηριστικό της ΔΠ είναι οι επαναλαμβανόμενες κορυφώσεις άγχους, που δεν σχετίζονται φαινομενικά με κάποιο συγκεκριμένο ερέθισμα. Κατά τη διάρκεια των κρίσεων πανικού εμφανίζεται ξαφνικά ένα έντονο αίσθημα φόβου που συνοδεύεται από την αίσθηση ότι κάτι κακό θα συμβεί, ότι το άτομο θα χάσει τον έλεγχο, θα «τρελαθεί», ότι κινδυνεύει η ζωή του. Παράλληλα εμφανίζονται και αρκετά έντονα σωματικά συμπτώματα όπως ταχυκαρδία, πόνος στο στήθος, αίσθηση ασφυξίας, λαχάνιασμα, κράμπες, ζαλάδα και αίσθηση αλλοιωμένης πραγματικότητας Στη συμπεριφορά κυριαρχούν η τάση φυγής, τις περισσότερες φορές χαοτικά και πιεστικά, ή το πάγωμα (αδυναμία κίνησης). Οι κρίσεις αυτές διαρκούν στην πραγματικότητα λίγα λεπτά, αλλά λόγω της έντασης μπορεί να εκληφθούν ως μεγάλης διάρκειας. Μετά το πέρας της κρίσης επέρχεται εξάντληση, αναστάτωση και φόβος. Κατά την περίοδο που ακολουθεί υπάρχει, συνήθως, έντονο άγχος και ανησυχία για το ενδεχόμενο μιας νέας κρίσης. Η έλευση ή η συχνότητα των κρίσεων είναι απρόβλεπτη. Το άτομο συνηθίζει να αποφεύγει καταστασεις κατά τις οποίες βίωσε πανικό με συχνό επακόλουθο την ανάπτυξη αγοραφοβίας, ενός άλλου παράλογου φόβου που οδηγεί σταδιακά στην απομόνωση και την αποξένωση.
Σε κάθε περίπτωση, πριν διαγνώσουμε διαταραχή πανικού, πρέπει να αποκλείσουμε την ύπαρξη σωματικών αιτιών όπως υπογλυκαιμία, υπερθυρεοειδισμό, υποθυρεοειδισμό, πρόπτωση μιτροειδούς βαλβίδας, κρίσεις ταχυκαρδίας, βαριά αναιμία. Συνήθως τα αίτια αυτά μπορούν να διαγνωστούν με ιατρικές εξετάσεις. Τέλος πρέπει να αποκλεισθεί η περίπτωση να οφείλονται σε κατάχρηση εξαρτησιογόνων ουσιών (καφεΐνη, αλκοόλ ή φαρμάκων).
Τα αίτια εμφάνισης των κρίσεων πανικού είναι βιολογικά και ψυχολογικά. Όσον αφορά στα βιολογικά σχετίζονται με την κληρονομική ευαισθησία κάποιων κέντρων του εγκεφάλου ορισμένων ανθρώπων που οδηγούν σε λανθασμένους συναγερμούς κινδύνου. Από την άλλη στα ψυχολογικά συγκαταλέγεται η εκπαίδευση του ατόμου να ερμηνεύει καταστροφικά τα όποια σωματικά συμπτώματα και να οδηγείται σε έναν φαύλο κύκλο που κορυφώνεται με την κρίση πανικού.
Οι ασθενεις με διαταραχή πανικού επισκέπτονται συχνά εξωτερικά ιατρεία και εφημερεύοντα νοσοκομεία και κάνουν πολλές ιατρικές εξετάσεις πριν διαγνωστούν σωστά. Ένας λόγος είναι ότι θεωρούν ότι έχουν πάθει έμφραγμα ή εγκεφαλικό. Συχνά οι αμφιβολίες τους παραμένουν, παρά τις διαβεβαιώσεις που λαμβάνουν, καθώς δυσκολεύονται να δεχθούν ότι πρόκειται για μια ψυχολογική ασθένεια που οφείλεται στο άγχος.
Οι κρίσεις πανικού είναι μια ιάσιμη διαταραχή άγχους, για την οποία επαρκεί τις περισσότερες φορές η ψυχολογική θεραπεία. Από τις μέχρι σήμερα έρευνες αποτελεσματικότητας αποδεικνύεται ότι η θεραπεία συμπεριφοράς είναι η πλέον κατάλληλη μορφή ψυχοθεραπείας για τη διαταραχή πανικού. Στις λίγες περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητο, μπορεί να χορηγηθούν κατάλληλα φάρμακα από ψυχίατρο.
Η διαταραχή πανικού εμφανίζεται στο 2 έως 6% του πληθυσμού. Πλήττει περισσότερο τις γυναίκες, με διπλάσια συχνότητα από τους άνδρες.
Αν αναγνωρίζετε στα παραπάνω το πρόβλημά σας, φροντίστε να ενημερωθείτε περισσότερο μέσα από ειδικά φυλλάδια, βιβλία ή το διαδίκτυο και μην διστάσετε να ζητήσετε βοήθεια. Μακροχρόνια οι κρίσεις πανικού οδηγούν σε σοβαρά ψυχοκοινωνικά προβλήματα που μπορείτε να αποφύγετε!
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 39 , Παρασκευή 27 Μαΐου 2005
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Κοινωνική Φοβία
Όλοι οι άνθρωποι έχουν αισθανθεί κάποια στιγμή ντροπή ή κοινωνική δειλία και όλοι γνωρίζουν ότι κάποιες φορές είναι πολύ δυσάρεστο να βρίσκονται στο επίκεντρο κριτικής ή αποδοκιμασίας εξαιτίας κάποιου λάθους. Όταν αυτή η δυσάρεστη κατάσταση αποκτά έντονα φοβικά χαρακτηριστικά και έχει επιπτώσεις στη φυσιολογική ζωή του ατόμου, τότε θα πρέπει να εξετασθεί η πιθανότητα να οφείλεται στην ασθένεια της Κοινωνικής Φοβίας (Κ.Φ.).
Η Κ.Φ. είναι ένας υπερβολικός και παράλογος φόβος για τις λεγόμενες κοινωνικές περιστάσεις, καθώς το άτομο έχει τη βεβαιότητα ότι θα έλθει σε δύσκολη θέση ενώπιον άλλων και θα δεχθεί την αρνητική κριτική τους. Είναι η δεύτερη πιο συχνή διαταραχή άγχους, μετά την αγοραφοβία και συναντάται εξίσου και στα δυο φύλα.
Συνήθως ξεκινά κατά το πέρασμα από την παιδική στην εφηβική ηλικία και έχει γενικευμένη μορφή, αφορά δηλαδή όλες τις κοινωνικές περιστάσεις. Σε μικρότερο βαθμό συναντάται ο ειδικός τύπος που αφορά, κατά συχνότητα εμφάνισης, τη συνομιλία με ένα «σημαίνων» πρόσωπο, τη δημόσια εκφώνηση λόγου, το να συστηθεί κάποιος, την τηλεφωνική συνομιλία, την παρουσία σε γιορτές, την κατανάλωση τροφής ή ποτού σε δημόσιο χώρο, το να αστειεύονται εις βάρος του, το να γράφει ή να συζητά παρουσία άλλων. Η έκθεση στη φοβογόνο διαδικασία προκαλεί σωματικά (τρεμούλα, εφίδρωση, ταχυπαλμία, ζάλη, ναυτία κ.α.) και συμπεριφορικά συμπτώματα (αποφυγή ομιλίας, εσπευσμένη εγκατάλειψη του χώρου, γρήγορη ομιλία, βιασύνη κ.α.).
Η βασική πεποίθηση που χαρακτηρίζει το κοινωνιοφοβικό άτομο είναι ότι οι άλλοι είναι έτοιμοι να το κρίνουν και να το απορρίψουν. Η σκέψη του χαρακτηρίζεται από ευαλωτότητα π.χ. «είμαι ευάλωτος σε αυτή την περίσταση», κλιμάκωση π.χ.«θα αισθανθώ όλο και χειρότερα» και απώλεια ελέγχου π.χ. «δεν θα αντέξω τα συμπτώματα». Παρά το γεγονός ότι συνήθως αντιλαμβάνεται την υπερβολή, το άγχος του είναι τόσο μεγάλο, ώστε αδυνατεί να αντεπεξέλθει στις φοβογόνες καταστάσεις. Για να μειώσει το άγχος οδηγείται σταδιακά σε όλο και μεγαλύτερη αποφυγή των αγχογόνων περιστάσεων, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να έχει μειώσει σημαντικά τη λειτουργικότητά του. Όμως τελικά το άγχος αντί να υποχωρεί μεγαλώνει και ο φόβος για τις κοινωνικές περιστάσεις γίνεται μεγαλύτερος. Τελικά, η απόσυρση από τις κοινωνικές δραστηριότητες οδηγεί σε μείωση της αυτοεκτίμησης, της αυτοεκπλήρωσης και σε καταθλιπτικό συναίσθημα.
Το 75% των κοινωνιοφοβικών αντιμετωπίζει και άλλα προβλήματα άγχους. Συχνή είναι επίσης η κατάχρηση ουσιών, που ενώ ξεκινά ως προσπάθεια αγχόλυσης, ως «ενθάρρυνση» στις κοινωνικές περιστάσεις, μπορεί να οδηγήσει σε εξάρτηση.
Η Κ.Φ. έχει κοινωνικό αντίκτυπο, καθώς οι ασθενείς δεν έχουν σταθερή εργασία και είναι απομονωμένοι κοινωνικά. Η συνήθως χαμηλή μόρφωσή τους σε συνδυασμό με την αδυναμία να αναδειχθούν, να διαφυλάξουν τα δικαιώματά τους ή να έχουν κοινωνική ζωή οδηγεί σε σοβαρά οικονομικά προβλήματα και σε έναν φαύλο κύκλο.
Οι ασθενείς με Κ.Φ. δύσκολα απευθύνονται σε ειδικό για αυτό το άμεσο περιβάλλον τους οφείλει να τους ενθαρρύνει να ζητήσουν βοήθεια από ειδικό. Η κατάλληλη φαρμακοθεραπεία ή/και ψυχοθεραπεία μπορεί να μειώσει το άγχος, να σταματήσει τις αποφυγές και να προφυλάξει από άλλες ψυχικές διαταραχές. Σε ότι αφορά την ψυχοθεραπεία, ως πλέον αποτελεσματική έχει αποδειχθεί ερευνητικά η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική, διότι εξασφαλίζει τα μονιμότερα αποτελέσματα και αντιμετωπίζει το μαθησιακό υπόβαθρο της διαταραχής.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 32 , Παρασκευή 8 Μαρτίου 2005
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Στρες: ο μηχανισμός και η προφύλαξη
Ο μηχανισμός εμφάνισης και λειτουργίας του στρες με απλά λόγια έχει ως εξής: διάφοροι στρεσογόνοι παράγοντες επιδρούν μεμονωμένα ή εν συνόλω και κινητοποιούν τον οργανισμό που αναζητά να απαντήσει στα ερεθίσματα, δηλαδή να προσαρμοσθεί. Ως απάντηση εμφανίζεται το στρες, το οποίο προκαλεί αλλαγές στη δομή, στη χημική σύνθεση και τη λειτουργία του σώματος. Με τον τρόπο αυτό ο οργανισμός κινητοποιεί δυνάμεις και αυξάνει το επίπεδο άμυνας. Η διαδικασία αυτή ονομάστηκε το 1956 από τον ενδοκρινολόγο Χάνς Σέλυϊ, «Γενικό Σύνδρομο Προσαρμογής». Ο Σέλυϊ μίλησε πρώτος για την επίδραση του στρες στο σώμα μετά από πολύχρονες μελέτες στις επιπτώσεις του στρες σε ζώα. Το Γ.Σ.Π. έχει τρία στάδια. Στο πρώτο στάδιο σημαίνει ένα είδος συναγερμού που κινητοποιεί τις δυνάμεις του οργανισμού να αναλάβουν δράση. Η αντίδραση αυτή είναι ένα αρχέγονο ρεφλέξ που ονομάζεται και αντίδραση «πάλης ή φυγής», καθώς προετοιμάζει τον οργανισμό με κλιμακούμενες βιοχημικές αλλαγές και για τις δυο πιθανότητες. Στο δεύτερο, ο οργανισμός αναγνωρίζει το αρνητικό ερέθισμα και αντιστέκεται, προσπαθώντας να διατηρήσει σταθερές τις λειτουργίες του. Αν το στρες διαρκέσει πολύ ή είναι ιδιαίτερα έντονο ξεκινά ένα τρίτο στάδιο, η εξάντληση, κατά την οποία ο οργανισμός εξάντλησε όλα τα σωματικά, διανοητικά, συναισθηματικά και χημικά αποθέματά του. Το στάδιο αυτό σχετίζεται με το χρόνιο στρες και οδηγεί σε σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία.
Το στρες ανάλογα με τους τομείς που επηρεάζει μπορεί να είναι:
- Αισθητηριακό, που οφείλεται στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος από τα περιφερειακά αισθητήρια όργανα και τις αντίστοιχες δομές του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος (Κ.Ν.Σ.).
- Ψυχικό, που δημιουργείται από την επεξεργασία πληροφοριών που επιβαρύνουν τις ψυχικές λειτουργίες. Συγκεκριμένα την προσοχή, τη μνήμη, την κατανόηση, τη σκέψη και τη λήψη αποφάσεων.
- Συναισθηματικό, το οποίο προκαλείται από καταστάσεις που προκαλούν παρορμητικές αντιδράσεις (θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και ως ψυχοκοινωνικό στρες).
Είναι σημαντικό να καταλάβετε τι είναι το στρες και πώς λειτουργεί, καθώς η ευθύνη της αντιμετώπισης, κυρίως μέσα από την πρόληψη, είναι ατομική σας υπόθεση. Πρέπει να μάθετε να αναγνωρίζετε τα σημάδια του στρες και να αποφεύγετε έτσι την ψυχική εξάντληση, την κατάθλιψη, την επαγγελματική εξουθένωση, την κατάρρευση ή την ασθένεια. Μια ανεκτή ποσότητα στρες είναι απαραίτητη για αποφύγουμε την ανία και να έχουμε κίνητρο για τις δραστηριότητές μας. Κάθε οργανισμός έχει τη δική του αντοχή στο στρες και η «ανεκτή ποσότητα στρες» είναι κάτι το καθαρά υποκειμενικό. Όμως το υψηλό στρες για μια μακρά περίοδο μπορεί να βλάψει την υγεία για αυτό χρειάζεται παρακολούθηση και έλεγχο, ώστε να διατηρείται σε ανεκτά επίπεδα.
Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε ψυχικές και σωματικές τεχνικές ελέγχου του στρες όπως η πρόβλεψη και η αποφυγή. Επίσης η ορθολογική και θετική σκέψη, η αυθυποβολή, ο διαλογισμός, οι τεχνικές ελέγχου της αναπνοής, η χαλάρωση, η άσκηση κ.α. Η καθημερινή χρήση αυτών των τεχνικών όπως και η εκμάθηση επικοινωνιακών δεξιοτήτων, ο έλεγχος του θυμού και της επιθετικότητας και η βελτίωση της προσαρμογής δημιουργούν μια πλατφόρμα ελέγχου του στρες
Δεν μπορείτε να αποφύγετε το στρες, αλλά μπορείτε να μάθετε να το ελέγχετε και έτσι να επηρεάσετε θετικά τη ζωή σας και τη ζωή των άλλων.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 30, Παρασκευή 24 Μαρτίου 2005
Η φυσιολογία του στρες
Το στρες είναι μια σωματική, ψυχική και συναισθηματική αντίδραση σε καταστάσεις που προκαλούν φόβο, αβεβαιότητα, κίνδυνο, έξαψη, ερεθισμό, σύγχυση ή αλλαγή. Αποτελεί την απάντηση του οργανισμού σε ένα ερέθισμα και είναι κατάσταση άμυνας και αυτορύθμισης. Ανεξάρτητα από το αν το ερέθισμα είναι ευχάριστο ή δυσάρεστο, το στρες απαιτεί από τον οργανισμό «απάντηση», με τη μορφή της ρύθμισης ή της προσαρμογής. Σε κανονικές ποσότητες αποτελεί κινητήρια δύναμη για τον άνθρωπο, για επιβίωση και δημιουργία, όμως οι συνθήκες ζωής, οι αρνητικές σκέψεις και οι εσφαλμένες λογικές του ανθρώπου κάνουν συχνά το φορτίο του στρες δυσβάσταχτο.
Η λέξη στρες προέρχεται από την λατινική districtus που σημαίνει δεμένος, περιζωσμένος, σφιγμένος και υποδηλώνει αναμφίβολα τη δυσκολία στην οποία περιέρχεται όποιος βιώνει στρες. Ο επιστημονικός όρος στρες προέρχεται από τη μηχανική (π.χ. πόσο στρες αποτελεί για την γέφυρα ένα φορτίο), όμως είναι ο πλέον κατάλληλος και για τον άνθρωπο που δέχεται, κατά αναλογία, ψυχολογικά βάρη και πιέσεις. Εννοιολογικά ο όρος στρες παρουσιάζει μεγάλη ποικιλομορφία, η οποία αποτυπώνεται στην ευρύτητα της χρήσης του. Περιγράφει την αντίδραση του οργανισμού σε διάφορα ερεθίσματα, όμως με την ίδια λέξη περιγράφονται και τα ίδια τα ερεθίσματα (θόρυβος, τραύμα, κ.λ.π.), περιγράφει επίσης ψυχολογικούς παράγοντες (σύγχυση, κ.λ.π.), αλλά και οργανικές αντιδράσεις. Τέλος υποδηλώνει ψυχική ένταση και άγχος. Στον καθημερινό λόγο συχνά το στρες ταυτίζεται με το άγχος. Η ταύτιση αυτή είναι λανθασμένη και δημιουργεί σύγχυση, συχνά και στους ίδιους τους ειδικούς. Το άγχος μπορεί να επιφέρει στο φυσιολογικό επίπεδο ίδια αποτελέσματα με το στρες, όμως στο ψυχολογικό πεδίο αποτελεί υποσύνολό του, καθώς αποτελεί την υποκειμενική αντίληψη των στρεσσογόνων καταστάσεων, το πώς δηλαδή βιώνει κάθε άνθρωπος τις καταστάσεις αυτές. Αντίθετα το στρες είναι μια αντικειμενική και ασυνείδητη διαδικασία. Στόχος της είναι η διατήρηση της ισορροπίας (ομοιόστασης) του οργανισμού.
Με απλά λόγια στρες είναι οτιδήποτε μας καλεί να προσαρμοσθούμε ή να αντεπεξέλθουμε και μπορεί να προέρχεται από το περιβάλλον, το σώμα ή το νου μας.
Το στρες διαχωρίζεται, ως προς την ένταση, σε:
- Υγιές ή σύνηθες, υπό την επίδραση του οποίου ο άνθρωπος κινητοποιεί δυνάμεις για να επιλύσει προβλήματα. Το στρες αυτό συμβάλλει θετικά στην ανάπτυξη της προσωπικότητας και αποτελεί κινητήρια δύναμη για το άτομο.
- Αυξημένο, κατά το οποίο δαπανούνται μεγάλα αποθέματα δυνάμεων για τη διευθέτηση του προβλήματος. Στην περίπτωση αυτή το άτομο οδηγείται συνήθως σε σωματική ή ψυχική βλάβη με μακροχρόνιες ή μόνιμες επιπτώσεις.
- Ακραίο, που αποτελεί το όριο των ανθρώπινων δυνατοτήτων. Είναι οι καταστάσεις κατά τις οποίες ο άνθρωπος χάνει την ικανότητα να επιλύει προβλήματα και αποσύρεται.
Το χρόνιο στρες μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα στη σωματική και ψυχική υγεία, καθώς και σε προβλήματα συμπεριφοράς. Τα ενδεικτικά προβλήματα υγείας που ενδέχεται να προκαλέσει αφορούν το καρδιοαναπνευστικό σύστημα (ισχαιμική προσβολή, έμφραγμα του μυοκαρδίου, άσθμα, ιδιοπαθή υπέρταση), το γαστρεντερικό (γαστρίτιδα, έλκος στόμαχου, έλκος δωδεκαδάκτυλου, ελκώδης κολίτιδα, ευερέθιστο έντερο) και τις ασθένειες του κεντρικού νευρικού συστήματος (νευρώσεις, ψυχώσεις). Επίσης προβλήματα όπως οι κεφαλαλγίες, η τριχόπτωση, οι στοματικές και δερματικές παθήσεις, οι μυϊκές συσπάσεις ή τα νευρικά τικ, η ευερέθιστη κύστη, η αμηνόρροια, η πρόωρη εκσπερμάτιση ή η ανικανότητα συχνά οφείλονται στη χρόνια ή ακραία επίδραση στρεσσογόνων παραγόντων.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 29, Παρασκευή 18 Μαρτίου 2005
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2007
Το νόημα των Χριστουγέννων
Ο εορτασμός των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς αποκτά δυστυχώς ένα νέο σύγχρονο συμβολισμό. Μετατρέπεται σε γιορτή της «αναπλήρωσης», καθώς επιβάλλουμε στον εαυτό μας να δώσει, να ξοδέψει, να γιορτάσει, να εργασθεί, να αφιερωθεί στην οικογένεια ή στους φίλους περισσότερο από όσο μπορεί. Έτσι μετατρέπουμε, καθένας όσο του αναλογεί, μια γιορτή με πανανθρώπινη σημασία σε μια προσωπική υπερβολή. Ατελείωτες προετοιμασίες, αγορές και βιασύνη που τελικά μας κουράζουν σωματικά και ψυχικά. Μήπως πρέπει να είμαστε πιο απλοί;
Η ανταλλαγή δώρων είναι μια τελετουργία που μας θυμίζει τους δεσμούς μας με τους άλλους. Οι αναμνήσεις των Χριστουγέννων από την παιδική μας ηλικία είναι κυρίως η παρουσία ή η έλλειψη της γιορτινής θαλπωρής και των οικογενειακών παραδόσεων. Τα δώρα που δεχθήκαμε σπάνια τα θυμόμαστε, μόνο όταν συμβολίζουν κάτι βαθύτερο. Ομοίως διαμορφώνονται και οι αυριανές αναμνήσεις των παιδιών μας. Είναι στο χέρι μας να εστιάσουμε στις πνευματικές αξίες και να δεσμευτούμε στο δρόμο της αρμονίας και της ειρήνης. Να διδάξουμε στα παιδιά μας τις αξίες αυτές και να αναδείξουμε ένα διαφορετικό μήνυμα από αυτό που τείνει να κυριαρχήσει στις μέρες μας.
Καθώς ο σύγχρονος τρόπος ζωής και οι περιστάσεις πολλές φορές απομακρύνουν την οικογένεια, οι γιορτές αποτελούν μια καλή ευκαιρία ενδυνάμωσης των οικογενειακών δεσμών. Όμως κάποιες φορές οι ιδιοτροπίες και οι χαρακτηριολογικές ιδιαιτερότητες εμποδίζουν την ψυχική επαφή. Ας προσπαθήσουμε να δούμε τα θετικά στοιχεία που σίγουρα κρύβει μια πληγωμένη ή δύσκολη προσωπικότητα και να προσεγγίσουμε τους ανθρώπους μας με κατανόηση και υπομονή, δείχνοντάς τους έναν άλλο δρόμο επικοινωνίας.
Στις γιορτές πάντα μας λείπουν περισσότερο άνθρωποι που είναι μακριά μας ή έφυγαν για πάντα. Η ανάμνησή τους μας πλημμυρίζει! Ο καλύτερος τρόπος να διαχειριστούμε το συναίσθημά μας είναι να το δείξουμε - κλάψτε αν έτσι νιώθετε και μιλήστε στους γύρω σας για αυτό που σας συμβαίνει.
Για κάποιους ανθρώπους, ιδιαίτερα στις μεγάλες πόλεις, οι άγιες αυτές μέρες είναι μέρες λύπης, μοναξιάς και κατάθλιψης. Το γεγονός αυτό μπορεί να αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου προβλήματος. Αν ανήκετε σε αυτούς, εστιάστε σε ότι πάει καλά στη ζωή σας και αναζητήστε αργότερα λύση στο πρόβλημά σας.
Μερικές ομάδες πληθυσμού είναι πιο ευαίσθητες. Οι ηλικιωμένοι, οι ασθενείς, οι μοναχικοί άνθρωποι, οι χήρες, τα ορφανά. Συμπαρασταθείτε τους, όσο μπορείτε, ως συγγενείς, φίλοι ή συνάδελφοι – θα νιώσετε πραγματικά ευτυχισμένοι!
Ανοίξτε λοιπόν τις καρδιές σας, προσπαθήστε να είστε πιο προσιτοί και ευγενικοί, από άλλες φορές. Το δώρο που χρειαζόμαστε περισσότερο από όλα είναι η αγάπη. Αυτή είναι που θα φωτίσει τις μέρες μας, θα λύσει τις εσωτερικές ή εξωτερικές διαμάχες μας και θα δυναμώσει τη σχέση μας με τους ανθρώπους, δικούς μας ή ξένους.
Και για να περάσετε όμορφα, μην ξεχνάτε:
- Μην καταναλώνετε μεγάλες ποσότητες λίπους και γλυκών.
- Μην αποφεύγετε την ήπια άσκηση – λίγο περπάτημα θα βοηθήσει.
- Αποφύγετε συζητήσεις συγκρουσιακού χαρακτήρα.
- Χαλαρώστε και χαρείτε τα μικροπράγματα την ατμόσφαιρα, τους ήχους και τις μυρωδιές που πλημμυρίζουν τα σπίτια και τους δρόμους.
- Μην παίρνετε αποφάσεις για τα θέματα που σας απασχολούν αυτή την περίοδο – υπάρχει αρκετός χρόνος αργότερα.
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2007
Η πρώτη συνεδρία - Τι πρέπει να γνωρίζετε
Στα δυο προηγούμενα άρθρα της ενότητας διαβάσατε για το έργο του Ψυχολόγου και για το πώς θα τον αναζητήσετε. Σειρά έχει η περιγραφή της πρώτη συνεδρία, που αναμφίβολα είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Πολλοί άνθρωποι μπερδεύονται ή απογοητεύονται και σταματούν τη θεραπεία μετά την πρώτη συνεδρία, ενώ θα μπορούσαν να έχουν ωφεληθεί στη συνέχεια. Το γεγονός αυτό μπορεί να οφείλεται στην ικανότητα, εμπειρία ή μεταδοτικότητα του/της ψυχολόγου ή στις προσδοκίες του πελάτη. Συχνά η ψυχοθεραπεία αντιμετωπίζεται ως μια ακόμα ιατρική υπηρεσία με συνέπεια να δημιουργούνται λανθασμένες προσδοκίες. Στην ψυχοθεραπεία χρειάζεται η δόμηση μια καλής σχέσης με τον θεραπευτή, χρειάζεται χρόνος (αν σκεφτείτε πόσο χρόνο έκανε το πρόβλημά σας να αναδειχθεί, κατανοείτε ότι θα χρειαστεί κάποιο χρόνο να επιλυθεί), επίμονη, συμμόρφωση με τη θεραπεία και προσωπική ανάπτυξη. Στην ψυχοθεραπεία δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις!
Κάποιοι ψυχολόγοι που δεν έχουν εκπαιδευτεί στην ψυχοθεραπεία, εργάζονται συμβουλευτικά και μπορεί να βοηθήσουν όσους χρειάζονται μια συμβουλή για αυτό που τους απασχολεί.
Σε κάθε περίπτωση η πρώτη συνεδρία είναι μια ευκαιρία να αξιολογήσετε και εσείς τον/την ψυχολόγο και να αποφασίσετε αν είναι κατάλληλος/η. Μην διστάσετε να ρωτήσετε για την προσέγγιση και τις μεθόδους που χρησιμοποιεί, για την εκπαίδευση και την εμπειρία του. Έχετε το δικαίωμα να ζητήσετε να δείτε την άδεια άσκησης επαγγέλματος και τα πτυχία του - συνήθως είναι κρεμασμένα σε εμφανές σημείο στο γραφείο του, αν όχι ζητείστε τα. Ακόμα και αν σας έχουν διαβεβαιώσει τηλεφωνικά - δείτε την άδεια (έχουν αναφερθεί περιστατικά εξαπάτησης, όπως και σε άλλα επαγγέλματα πχ. γιατρούς!). Αν σας φέρει αντίρρηση ίσως υπάρχει πρόβλημα και θα πρέπει να επιμείνετε. Ρωτήστε επίσης αν έχει προηγούμενη εμπειρία επάνω στο πρόβλημα που αντιμετωπίζετε, αν έχει αναλάβει παρόμοια περιστατικά στο παρελθόν και ποιο θα είναι το θεραπευτικό πλάνο. Τέλος, ζητήστε μια εκτίμηση για την πορεία και τη διάρκεια της θεραπείας.
Ο Ψυχολόγος υποχρεούται από το Νόμο στην τήρηση απόρρητου, η επικοινωνία με τον πελάτη πρέπει να είναι απόλυτα εμπιστευτική και ασφαλής. Επίσης η τήρηση του αρχείου του είναι νόμιμη (τα παραπάνω δεν ισχύουν αν ο ψυχολόγος δεν είναι νόμιμος, δηλαδή αν δεν διαθέτει την άδεια άσκησης επαγγέλματος). Παράλληλα ακολουθεί κώδικα δεοντολογίας, ο οποίος καθορίζει τα θέματα ηθικής στην άσκηση του επαγγέλματος και διασφαλίζει την επαγγελματική συμπεριφορά και το σεβασμό προς τον πελάτη. Ο ψυχολόγος αποφεύγει τη διπλή σχέση με τον πελάτη, δεν πρέπει να εισέρχεται σε επαγγελματικές συμφωνίες, να τηλεφωνά στον πελάτη «για κουβέντα», να τον καθοδηγεί στα θέματα της ζωής του, να τον καλεί σε πάρτυ ή σε κοινωνικές συγκεντρώσεις του, ή να τον προσλαμβάνει ως εργαζόμενο. Επίσης δεν αγγίζει ή αγκαλιάζει τον πελάτη, χωρίς τη συγκατάθεσή του. Τέλος πρέπει να συμπεριφέρεται επαγγελματικά και με σεβασμό στον πελάτη. Δεν επιτρέπεται ΠΟΤΕ να συνάπτει ερωτική σχέση με τον/την θεραπευόμενο/η. Η σύναψη ερωτικών σχέσεων δεν αποτελεί σε ΚΑΜΙΑ περίπτωση μέσο θεραπείας.
Πολλοί/ές ψυχολόγοι συνάπτουν γραπτό θεραπευτικό συμβόλαιο - διαβάστε το προσεκτικά και συζητήστε τις απορίες ή τις ενστάσεις σας.
Αν μετά από τη πρώτη συνάντησή σας έχετε αμφιβολίες για την καταλληλότητα του/της ψυχολόγου συζητήστε το μαζί του/της. Αν δεν σας καλύψει, μην απογοητευθείτε και σταματήσετε τη θεραπεία - μπορείτε απλά να αναζητήσετε κάποιον άλλο/η ψυχολόγο!
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 28, Παρασκευή 11 Μαρτίου 2005
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Πώς να επιλέξετε ψυχολόγο
Μετά τη λήψη της απόφασή σας να ζητήσετε βοήθεια από ψυχολόγο, ακολουθεί η εξίσου σημαντική διαδικασία της αναζήτησης του καταλληλότερου επαγγελματία. Πολλοί άνθρωποι δεν βρίσκουν αποτελεσματική βοήθεια, επειδή απλά δεν ξέρουν πώς να την αναζητήσουν!
Πρώτο βήμα είναι να κάνετε την έρευνά σας. Σε αυτό θα βοηθήσουν οι επαγγελματικοί τηλεφωνικοί κατάλογοι, το διαδίκτυο, οι συστάσεις ανθρώπων που εμπιστεύεστε, διάφορες αγγελίες ή διαφημίσεις ή και τυχαίοι παράγοντες. Φτιάξτε μια αρχική λίστα από ονόματα και επικοινωνήστε τηλεφωνικά μαζί τους.
Πριν τηλεφωνήσετε, καλύτερα να έχετε καταγράψει τις ερωτήσεις σας σε ένα χαρτί, ώστε να είστε προετοιμασμένοι και να μην ξεχάσετε να λάβετε κάποιες βασικές πληροφορίες, ακόμα και αν είστε αγχωμένοι. Οι βασικές πληροφορίες που μπορείτε να ζητήσετε είναι η εκπαίδευση του/της ψυχολόγου, η Άδεια Άσκησης Επαγγέλματος, η σχολή που ακολουθεί, η εμπειρία του/της, η διάρκεια και το κόστος της συνεδρίας, η διαθεσιμότητά του/της και η διεύθυνση του γραφείου. Παράλληλα είναι βοηθητικό να έχετε καταλήξει σε μια πολύ σύντομη καταγραφή του προβλήματος που αντιμετωπίζετε (2-3 προτάσεις), ώστε να ενημερώσετε τον επαγγελματία για τη φύση του προβλήματός σας και να μάθετε αν μπορεί να σας αναλάβει. Είναι καλό να είστε σύντομοι και να μην ζητάτε γνώμη ή συμβουλή τηλεφωνικά, γιατί δεν μπορεί και δεν πρέπει να σας δοθεί χωρίς συνέντευξη και αξιολόγηση. Τέλος, να είστε προετοιμασμένοι ότι μπορεί να μιλήσετε με κάποιον συνεργάτη του/της ψυχολόγου ή μια γραμματέα – οφείλουν εξίσου να σας κατατοπίσουν και πρέπει να είναι εκπαιδευμένοι για αυτό.
Πολλοί άνθρωποι ντρέπονται ή αγχώνονται όταν πρόκειται να ρωτήσουν τον ειδικό για τα προσόντα του ή τις πληροφορίες που χρειάζονται, πριν τον επισκεφτούν. Ο ψυχολόγος γνωρίζει αυτές τις δυσκολίες και οφείλει να σας διευκολύνει και να σας ενημερώσει σωστά.
Βαθμολογείστε κάθε επικοινωνία που θα έχετε. Σημαντικοί παράγοντες, εκτός από όσα αναφέραμε παραπάνω, είναι η εντύπωσή σας από την επικοινωνία, η σαφήνεια των απαντήσεων και το ύφος του συνομιλητή σας. Μια περίπτωση στην οποία πρέπει να δείξετε κατανόηση είναι ότι ο ψυχολόγος μπορεί να είναι απασχολημένος – αν δεν διαθέτει συνεργάτες ή γραμματέα – ξανακαλέστε αργότερα ή αφήστε το τηλέφωνό σας για να σας καλέσει εκείνος.
Κάποιοι ψυχολόγοι εμφανίζονται συχνά στα ΜΜΕ, όμως αυτό δεν πρέπει να σας επηρεάζει διότι δεν αποτελεί εχέγγυο για τις θεραπευτικές τους ικανότητες. Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις μερικών ασυνείδητων ατόμων που εμφανίζονται ως ψυχολόγοι, ενώ δεν είναι. Σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας του Ψυχολόγου επιτρέπεται μόνο η ενημέρωση του κοινού σε γενικά ή ειδικά θέματα πληροφόρησης, ενώ απαγορεύεται ρητά η τηλεοπτική παροχή συμβουλών σε τηλεθεατές. Όσοι το πράττουν λειτουργούν ανήθικα και αντιδεοντολογικά ή απλά δεν είναι ψυχολόγοι!
Επιλέξτε τον ψυχολόγο σας στηριζόμενοι σε αντικειμενικά (προσόντα, κόστος, διαθεσιμότητα) και υποκειμενικά κριτήρια (αν νιώσατε εμπιστοσύνη, άνεση, κατανόηση, κ.λπ.). Συνυπολογίστε τέλος την προσβασιμότητα στο γραφείο του και τη δυνατότητά του να σας προσφέρει απρόσκοπτα θεραπεία. Το κόστος της θεραπείας δεν πρέπει να είναι ο κυριότερος παράγοντας της απόφασής σας. Στον τομέα παροχής υπηρεσιών ισχύουν επίσης οι κανόνες της αγοράς. Πρέπει λοιπόν να υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στα προσόντα του ψυχολόγου και το κόστος των υπηρεσιών του.
Να θυμάστε πως υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να βλάψετε την υγεία σας, την ποιότητα ζωής, την υπόληψη, την προσωπική ελευθερία και το μέλλον σας συμμετέχοντας σε θεραπεία με ένα ακατάλληλο άτομο, χωρίς Άδεια Άσκησης Επαγγέλματος και εξειδίκευση στην ψυχοθεραπεία (ιδιαίτερη προσοχή σε άτομα που παρουσιάζονται μόνο ως ψυχοθεραπευτές ή σύμβουλοι, χωρίς να είναι ψυχολόγοι ή ψυχίατροι, δεν είναι νόμιμοι!).
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 27, Παρασκευή 4 Μαρτίου 2005
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Το θεραπευτικό έργο του ψυχολόγου
Κάθε άνθρωπος θα βρεθεί τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του αντιμέτωπος με καταστάσεις που περιγράφονται απλά και γενικόλογα, ως ψυχολογικά προβλήματα. Η αντιμετώπισή τους δεν είναι πάντα απλή υπόθεση, ακόμα και αν υπάρχει βοήθεια ή κατανόηση από το οικογενειακό ή το φιλικό περιβάλλον. Κάποιες φορές μάλιστα το ίδιο το περιβάλλον σας μπορεί να αποτελεί τμήμα του προβλήματος. Σε κάθε περίπτωση η έλλειψη ενημέρωσης, ο φόβος, ο κίνδυνος του στιγματισμού και η παραπληροφόρηση συχνά εμποδίζουν ή δυσχεραίνουν την αποτελεσματική αναζήτηση λύσεων. Αυτές τις δύσκολες στιγμές της ζωής σας, μην διστάσετε να ζητήσετε βοήθεια από έναν ειδικό. Μην ξεχνάτε ότι κάθε πρόβλημα – μικρό ή μεγάλο – σας ενοχλεί, σας στερεί την ικανοποίηση και πιθανόν τη λειτουργικότητά σας.
Ο ψυχολόγος είναι ένας επιστήμονας κατάλληλα εκπαιδευμένος για να σας ακούσει, να καταλάβει τα συναισθήματά σας, να κατανοήσει το πρόβλημά σας και να σχεδιάσει μια στρατηγική για την αντιμετώπισή του. Είναι βασικό να αισθανθείτε άνετα μαζί του και να τον εμπιστευθείτε. Πρόκειται άλλωστε να δομήσετε μαζί μια πολύ προσωπική σχέση, για τις ανάγκες της θεραπείας. Εξίσου σημαντικό είναι να έχετε μια επαρκή ενημέρωση για το έργο του ψυχολόγου και τις ιδιαιτερότητές του.
Το επάγγελμα του Ψυχολόγου άπτεται της δημόσιας υγείας. Όπως συμβαίνει και για άλλα αντίστοιχα επιστημονικά επαγγέλματα δημοσίου ενδιαφέροντος π.χ. γιατρός, δικηγόρος, προστατεύεται από την ελληνική νομοθεσία με ειδική Άδεια Άσκησης Επαγγέλματος, η οποία εκδίδεται από τις κατά τόπους Νομαρχίες και ισχύει για όλη την επικράτεια. Κανείς δεν δικαιούται να φέρει τον τίτλο του Ψυχολόγου ή να ασκεί το επάγγελμα, αν δεν διαθέτει σχετική άδεια. Πολλοί ψυχολόγοι, ανάλογα με τις γνώσεις και την εξειδίκευσή τους, αναλαμβάνουν ιδιωτικά ή στα πλαίσια μιας οργανωμένης δομής (π.χ. νοσοκομείο), τη θεραπεία των ψυχολογικών δυσκολιών και προβλημάτων. Πηγές αυτών των δυσκολιών μπορούν να είναι το στρες, το άγχος, η κατάθλιψη, τα προβλήματα στην εργασία, στις σχέσεις, στην οικογένεια, ο ψυχολογικός πόνος, η εργασιακή κόπωση, η κακοποίηση, το ψυχολογικό τραύμα, η χαμηλή αυτοεκτίμηση κ.α. Τα επιστημονικά εργαλεία, που χρησιμοποιεί ο ψυχολόγος, μετά από κατάλληλη εκπαίδευση, είναι η ψυχοθεραπεία, η ψυχολογική συμβουλευτική, η ψυχολογική αξιολόγηση μέσω κλινικής συνέντευξης και οι ψυχοτεχνικές δοκιμασίες (τεστ).
Δεν ασκούν όλοι οι ψυχολόγοι ψυχοθεραπεία, ούτε έχουν όλοι οι ψυχολόγοι εκπαιδευτεί στην ψυχοθεραπεία. Οι ψυχολόγοι που ασκούν ψυχοθεραπεία ακολουθούν, κατόπιν επιπρόσθετων ειδικών σπουδών, κάποια σχολή ή κατεύθυνση, π.χ. Ψυχοδυναμική, Γνωσιακή – Συμπεριφοριστική, κ.α. Από κάθε σχολή απορρέει μια συγκεκριμένη μεθοδολογία, που καθορίζει τα χαρακτηριστικά της θεραπευτικής διαδικασίας, δηλαδή το στυλ του ψυχολόγου, τον τρόπο που μιλά, που ακούει, το πόσο παρεμβαίνει στο πρόβλημα, αν ζητά από τον πελάτη να κάνει ασκήσεις εκτός συνεδρίας, κ.α. Ανάλογα με το πρόβλημα ενδείκνυται περισσότερο ή λιγότερο κάποια συγκεκριμένη σχολή. Π.χ. για άγχος, φοβίες και κατάθλιψη η Γνωσιακή – Συμπεριφοριστική.
Ο Ψυχολόγος δεν είναι Ιατρός και δεν έχει δικαίωμα συνταγογράφησης. Αν και οφείλει να γνωρίζει στοιχεία ψυχοφαρμακολογίας δεν έχει πιστοποιηθεί γι αυτά. Σε περίπτωση που κρίνει ότι χρειάζεστε φάρμακα θα σας παραπέμψει σε γιατρό και θα συνεργασθεί μαζί του.
Η Ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει στα περισσότερα ψυχολογικά προβλήματα. Η αποτελεσματικότητά της βέβαια δεν εξαρτάται μόνο από τις ικανότητες του ψυχολόγου, αλλά και από την αποφασιστικότητα και τη δέσμευση του ίδιου του πελάτη – θεραπευόμενου.
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2007
Φοβία: Μια ιάσιμη ψυχική διαταραχή
Οι Φοβίες είναι μια ειδική κατηγορία παράλογου φόβου, δυσανάλογα έντονη σε σχέση με το γεγονός που την προκαλεί. Ενώ ο φόβος είναι μια φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού, η φοβία είναι κάτι το επίμονο, υπερβολικό, φαινομενικά ανεξήγητο και εκ πρώτης δύσκολο να ελεγχθεί. Προκαλείται από αντικείμενα ή καταστάσεις, που κατά γενική ομολογία, δεν είναι πηγή κινδύνου (π.χ. φόβος για τις αράχνες ή για ομιλία μπροστά σε κοινό). Στην ταξινόμηση των ψυχικών ασθενειών κατατάσσεται στις λεγόμενες αγχώδεις διαταραχές με κύριο γνώρισμα τους το υπερβολικό άγχος (φόβος).
Οι φοβικοί δεν είναι ικανοί να εξηγήσουν τι τους συμβαίνει, ακόμα και αν προβάλλουν εξηγήσεις για κάποιο γεγονός. Συνήθως όμως αναγνωρίζουν ότι οι φόβοι τους δεν είναι βάσιμοι και πως άλλοι άνθρωποι δεν φοβούνται τα ίδια πράγματα. Βιώνουν παράλογο και υπερβολικό άγχος και ενόχληση στη θέα ή τη σκέψη του φοβογόνου ερεθίσματος (ύψος, πολυκοσμία, κλειστός χώρος κ.α.) και προσπαθούν με κάθε τρόπο να το αποφύγουν.
Η επίμονη και συνεχή αποφυγή του φοβογόνου ερεθίσματος οδηγεί σε σοβαρές ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις (απώλεια εργασίας, περιορισμός στο χώρο του σπιτιού, κατάθλιψη κ.α.). Αυτό συμβαίνει διότι, ενώ άμεσα η αποφυγή μειώνει το φόβο και το άτομο ενισχύεται (νιώθει καλά), μακροχρόνια η ενίσχυση αυτή παύει να λειτουργεί και τελικά ο φόβος αυξάνεται. Είναι το ίδιο όπως όταν λέμε σε ένα παιδί διαρκώς μπράβο για κάθε του ενέργεια, καθώς μοιραία θα φτάσουμε στο να έχει σημασία ο έπαινός μας προς αυτό.
Οι φοβίες διακρίνονται, ανάλογα με το φοβογόνο ερέθισμα, στην κοινωνική φοβία (φόβος κριτικής στις κοινωνικές συναναστροφές ή σε συζητήσεις με το κοινό), στην αγοραφοβία (φόβος εγκλωβισμού σε ένα περιβάλλον από όπου η διαφυγή είναι δύσκολη π.χ. μέσα στο πλήθος) και στις ειδικές φοβίες, που μπορεί να καλύπτουν ένα τόσο ευρύ φάσμα όσο και οι ανθρώπινοι φόβοι (μικροβιοφοβία, φοβία στη θέα του αίματος, ζωοφοβία). Οι παραπάνω φοβίες μπορεί να συνοδεύονται με προσβολές πανικού, δηλαδή συντομότατες αλλά έντονες κορυφώσεις του άγχους με συμπτώματα όπως πόνος στο στήθος, δύσπνοια, εφίδρωση, θόλωμα στα μάτια, βούισμα στα αυτιά.
Ήδη γνωρίζουμε πολλά για τις αιτίες των φοβιών και ακόμα περισσότερα για τη θεραπεία τους. Ένας ψυχολόγος – ψυχοθεραπευτής, ένας δηλαδή κατάλληλα εκπαιδευμένος ψυχολόγος, μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση των φοβιών. Στις περιπτώσεις που είναι απαραίτητη η λήψη φαρμάκων, θα συνεργασθεί με έναν ψυχίατρο σε μια συνδυαστική θεραπεία (φάρμακο και ψυχοθεραπεία). Θεραπεία μπορεί επίσης να διεξαχθεί αποκλειστικά με φάρμακα, υπό την παρακολούθηση ψυχίατρου.
Έρευνες αποτελεσματικότητας των ψυχοθεραπειών έχουν δείξει ότι η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Ψυχοθεραπεία είναι η πλέον ενδεδειγμένη για την αντιμετώπιση των φοβιών. Ο λόγος είναι ότι αντιμετωπίζει άμεσα τα συμπτώματα και εξοικειώνει το άτομο με το φόβο του. Είναι σύντομη και έτσι οικονομικότερη. Σε ηπιότερες μορφές η χρήση ενός βιβλίου αυτοβοήθειας, θα μπορούσε να βοηθήσει ένα άτομο να καταπολεμήσει τη φοβία του.
Πάνω από το 10% του πληθυσμού έχει φοβίες και πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονται να αναζητήσουν την κατάλληλη βοήθεια. Αν το άτομο που υποφέρει από φοβία βλέπει τη λειτουργικότητά του να μειώνεται και παύει να αντλεί ικανοποίηση από ότι το ευχαριστούσε στο παρελθόν, είναι η καταλληλότερη στιγμή να επισκεφθεί έναν ειδικό.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 16, Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2004
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2007
Τα ψυχολογικά προβλήματα των παιδιών
Η έκφραση της καθημερινής ζωής ότι τα παιδιά είναι το μέλλον δεν απέχει από την πραγματικότητα. Το ερώτημα που τίθεται όμως είναι τι είδους θα είναι αυτό το μέλλον; Είναι αυτονόητο ότι ο τρόπος που οι κοινωνίες μεταχειρίζονται τα παιδιά αποτελεί έναν παράγοντα πρόγνωσης για το μέλλον της ανθρωπότητας. Η σημερινή πραγματικότητα προαναγγέλλει ένα δυσοίωνο μέλλον αφού ο υποσιτισμός, η βία, η εμπορία, η καταναγκαστική στράτευση, η σεξουαλική εκμετάλλευση, η καταναγκαστική εργασία και άλλες μορφές κακομεταχείρισης των παιδιών αυξάνονται διαρκώς. Το φαινόμενο εντείνεται από τις διαρκώς αυξανόμενες ανισότητες, τους πόλεμους και τις εμφύλιες διαμάχες, τις μετακινήσεις πληθυσμών και την κυριαρχία των «αγορών», επιπτώσεις της οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Σε αυτές τις συνθήκες διαμορφώθηκε μια νέα «ηθική», κατά την οποία δεν υπάρχουν αθώοι, άμαχοι ή αμέτοχοι που προστατεύονται. Έτσι οι γυναίκες και κυρίως τα παιδιά αποτελούν πλέον έναν ιδανικό πολεμικό και οικονομικό στόχο με πολλαπλά οφέλη.
Ακόμα και τα πιο τυχερά παιδιά, που μεγαλώνουν σε ένα καλύτερο περιβάλλον, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα που υποσκάπτουν το μέλλον τους. Η εντατικοποίηση της εκπαίδευσης, η απώλεια του ελεύθερου χρόνου, ο περιορισμός στο στενό χώρο του διαμερίσματος, η επιταγή για εκπλήρωση των επαγγελματικών και κοινωνικών απωθημένων των γονέων, η επιβολή καταναλωτικών πρότυπων και η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού απειλούν την παιδική ηλικία. Επιπλέον η πλειοψηφία των γονέων χρησιμοποιεί σωματικές τιμωρίες στα παιδιά, περνά ελάχιστο έως καθόλου χρόνο μαζί τους και δεν εφαρμόζει ενδεδειγμένες παιδαγωγικές πρακτικές. Τέλος ας μην ξεχνάμε και το απεχθές φαινόμενο της συστηματικής άσκησης σωματικής και ψυχολογικής βίας (συμπεριλαμβανομένης και της παραμέλησης) κατά των ανηλίκων μέσα στην οικογένεια.
Τα αποτελέσματα των επιστημονικών ερευνών χτυπούν το καμπανάκι για τις επιπτώσεις στον ψυχισμό των παιδιών. Η παιδική ηλικία είναι μια σημαντικότατη, ψυχολογικά, εξελικτική φάση. Σε αυτή διαμορφώνονται, μέσα από την αλληλεπίδρασή με το οικογενειακό και το κοινωνικό περιβάλλον, ο χαρακτήρας και η προσωπικότητα του παιδιού. Κατά την παιδική ηλικία λαμβάνει χώρα η εκμάθηση των κοινωνικών κανόνων και η προσαρμογή σε αυτούς, ώστε να φτάσει το παιδί να υπακούει συνειδητά στους κανόνες χωρίς να φοβάται ή να καταπιέζεται υπερβολικά από την τήρησή τους. Ο στόχος δεν είναι άλλος από την ικανότητα να αναπτύσσει ικανοποιητικές κοινωνικές σχέσεις.
Τα πιο συνηθισμένα προβλήματα της παιδικής ηλικίας, για τα οποία ευθύνεται αποκλειστικά ή συμβάλει ανάλογα το περιβάλλον είναι τα εξής:
- Οργανικά προβλήματα (εγκεφαλικές βλάβες, χρόνιες παθήσεις, ατυχήματα).
- Καθυστέρηση της ανάπτυξης ή της έναρξης της εφηβείας.
- Μαθησιακά προβλήματα (δυσλεξία, ελλειμματική προσοχή).
- Μειωμένη γνωστική και νοητική ανάπτυξη.
- Προβλήματα επικοινωνίας – έκφρασης.
- Έλλειψη κοινωνικών δεξιοτήτων.
- Επιθετικότητα, αντικοινωνική συμπεριφορά.
- Φοβίες, υπερβολικό άγχος.
- Σύγχυση σχετικά με τον εαυτό και το περιβάλλον.
- Διαταραχές στη διάθεση ή συχνές εναλλαγές αυτής.
- Διαταραχές στην πρόσληψη της τροφής, στην ενούρηση και στην απέκκριση.
Η φυσιολογική εξελικτική πορεία του παιδιού αποτελεί μια τρισδιάστατη διαδικασία που συνδυάζει την ψυχοσωματική, τη νοητική και την κοινωνική ανάπτυξη. Ξεκινά από τα πρώτα στάδια της ζωής και συνεχίζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες. Οι πρώιμες εμπειρίες μας, μας ακολουθούν πάντα και πολλές φορές ευθύνονται, κάτω από κατάλληλες συνθήκες, για την εκδήλωση κάποιας ψυχικής διαταραχής. Για το λόγο αυτό το παιδί χρειάζεται, πάνω από όλα, ένα ασφαλές και ισορροπημένο περιβάλλον για να αναπτυχθεί.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 15, Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2004
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2007
Οι επιπτώσεις της ενδοοικογενειακής βίας
Το θέμα της ενδοοικογενειακής βίας αποτελεί εδώ και δεκαετίες επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος. Για τη συντηρητική ελληνική κοινωνία τo πρόβλημα αυτό παραμένει ταμπού και χαρακτηρίζεται ως «οικογενειακό ζήτημα». Δυστυχώς το πέπλο της σιωπής εμποδίζει την αντιμετώπιση και αποτρέπει από την ουσιαστική διερεύνηση. Παράλληλα λειτουργεί ως ανάχωμα στον παραγωγικό διάλογο και τη λήψη απαραίτητων μέτρων.
Με την επιβολή της πατριαρχικής οικογένειας, αποτέλεσμα της εισαγωγής της γεωργίας σε μεγάλη κλίμακα, της κτηνοτροφίας, και της ατομικής ιδιοκτησίας, ο άνδρας-πατριάρχης ήλθε στο προσκήνιο ασκώντας απόλυτη εξουσία στα μέλη της οικογένειας. Τις περισσότερες φορές η εξουσία αυτή οδηγούσε σε βίαιες συμπεριφορές. Οι συμπεριφορές αυτές μέχρι σήμερα συμπεριλαμβάνουν τη σωματική βία, την ψυχολογική (εκφοβισμός, απειλές, απομόνωση, συναισθηματική κακομεταχείριση, παραμέληση κ.α) και τη σεξουαλική κακοποίηση.
Η βία κατά των γυναικών συμβαδίζει με τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, ωστόσο παρατηρείται ως φαινόμενο και στις προοδευτικές κοινωνίες όπως π.χ. στις Σκανδιναβικές χώρες. Είναι μάλιστα διαταξική, καθώς εμφανίζεται σε όλα τα κοινωνικά και οικονομικά στρωματά. Το τίμημα που πληρώνουν άνθρωποι και κοινωνίες είναι τεράστιο.
Η χειρότερη κοινωνική επίπτωση όμως είναι η αναπαραγωγή της βίας μέσω των παιδιών, η οποία υπονομεύει ολόκληρες γενεές. Τα παιδιά που βιώνουν σκηνές ενδοοικογενειακής βίας έχουν περισσότερες πιθανότητες, να γίνουν η επόμενη γενιά θυμάτων ή θυτών και να αναπτύξουν παραβατική συμπεριφορά με συνηθισμένες μορφές τη χρήση ναρκωτικών και αλκοόλ, τη φυγή από το σπίτι και τα πολλαπλά προβλήματα στο σχολείο.
Τελικά το ίδιο τους το σπίτι είναι πολλές φορές το πιο επικίνδυνο για τις γυναίκες. Στην Ιρλανδία το 1998, πάνω από τις μισές γυναίκες που δολοφονήθηκαν, δολοφονήθηκαν από τους συντρόφους ή τους συζύγους τους. Στην Αυστρία, 50% των διαζυγίων οφείλονται στην άσκηση βία κατά της γυναίκας. Στη Φινλανδία, 22% των γυναικών είναι θύματα βίας από τους συντρόφους τους. Μια Ολλανδική έρευνα αποκαλύπτει ότι 1 στις 5 γυναίκες έγινε υποκείμενο σωματικής βίας από το σύντροφο ή τον πρώην σύντροφο. Το ποσοστό αυτό στην Πορτογαλία είναι 1 στις 2 γυναίκες. Τα στοιχεία που έχουν μελετηθεί δείχνουν ότι για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση 1 γυναίκα στις 5 έπεσε θύμα βίας κάποια στιγμή της ζωής της.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη» , Αρ. φύλλου 14, Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2004
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2007
Ο Φόβος
Ο φόβος είναι η δυσάρεστη αίσθηση που δημιουργεί η ψυχοσωματική αντίδραση σε κάποιο υπαρκτό κίνδυνο ή απειλή. Αποτελεί ένα συνηθισμένο συναίσθημα, αν και κατά γενική ομολογία, είναι δυσάρεστο. Ο πραγματικός λόγος που εμφανίζεται είναι για να προφυλάξει τον άνθρωπο από έναν πραγματικό ή υποθετικό κίνδυνο απώλειας της ζωής. Φανταστείτε πόσο θα διακινδύνευε ο καθένας μας, αν δεν υπήρχε ο φόβος. Θα μπορούσαμε να φτάνουμε στα άκρα των δυνατοτήτων μας και να παραβαίνουμε κάθε ανθρώπινο ή φυσικό νόμο, υπερβαίνοντας κάθε λογικό όριο! Αποτέλεσμα αυτού θα ήταν να κινδυνεύει το ανθρώπινο είδος από εξαφάνιση και θα ήταν αδύνατο να υπάρχει οποιαδήποτε μορφή κοινωνικής οργάνωσης. Τί θα συνέβαινε αν ξαφνικά όλοι μας οδηγούσαμε τα αυτοκίνητα μας, ριψοκίνδυνα και οριακά, χωρίς κανένα φόβο; Ειδικά για την Ελλάδα, με τα πολλά τροχαία ατυχήματα, κάτι τέτοιο θα σήμαινε εξόντωση του πληθυσμού σε ελάχιστο χρόνο!
Ο φόβος λοιπόν είναι ένας επιβιωματικός μηχανισμός που περιλαμβάνει την ψυχολογική διάσταση, την υποκειμενική, δηλαδή την αίσθηση φόβου και τις λεγόμενες φυσιολογικές μεταβολές που συμβαίνουν στο σώμα μας. Οι μεταβολές αυτές λαμβάνουν χώρα ως εξής: Όταν αντιλαμβανόμαστε κάποιον κίνδυνο ή τον αναμένουμε ο εγκέφαλός μας στέλνει το μήνυμα απελευθέρωσης δύο χημικών ουσιών του οργανισμού, της αδρεναλίνης και της νοραδρεναλίνης που εκκρίνονται από τα επινεφρίδια. Με τη βοήθεια αυτών των ουσιών προκαλούνται λειτουργίες που αντιλαμβανόμαστε και ως σωματικά συμπτώματα, καθώς ο οργανισμός ετοιμάζεται να δώσει μάχη ή να τραπεί σε φυγή. Αυτές είναι 1) η αύξηση των παλμών της καρδιάς και της δύναμης των παλμών, που βοηθά στην αύξηση της ροής του αίματος, με αποτέλεσμα να βελτιώνεται η διανομή του οξυγόνου στους ιστούς και να αποβάλλονται τα άχρηστα προϊόντα από αυτούς, 2) η αλλαγή της ροής του αίματος, το αίμα απομακρύνεται από το δέρμα, τα δάκτυλα των χεριών και των ποδιών, 3) η αλλαγή της αναπνοής - γίνεται πιο γρήγορη και επιπόλαιη, γιατί οι ιστοί χρειάζονται περισσότερο οξυγόνο για να ετοιμαστούν για δράση όταν εμφανίζεται κάποιος κίνδυνος, 4) η εφίδρωση, ώστε το δέρμα να γλιστράει και ο θηρευτής να δυσκολεύεται να αρπάξει το θύμα, επίσης να δροσίζεται το σώμα όταν υπερθερμανθεί, 5) η διαστολή στις κόρες των ματιών, για καλύτερη όραση, 6) η μείωση της σιελόρροιας που προκαλεί αίσθηση ξηρότητας στο στόμα, 7) η μείωση της λειτουργίας του πεπτικού συστήματος, 8) η σύσφιξη πολλών ομάδων μυών, ώστε να προετοιμασθούν για έντονη προσπάθεια και 9) η γενική δραστηριοποίηση του μεταβολισμού για τη διασφάλιση περισσότερης ενέργειας.
Είμαστε ο μοναδικός οργανισμός, που συνειδητοποιεί την ύπαρξή του και την πιθανότητα να πάψει να ζει. Ο φόβος είναι το τίμημα αυτής της συνειδητότητας. Ο άνθρωπος είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος σε κάθε απειλή ή σε ότι εκλάβει ως απειλή. Σήμερα, στην εποχή της εικόνας, τα μάτια μας πλέον αποτελούν τα τηλεοπτικά ΜΜΕ και αυτά γνωρίζουν τις αδυναμίες μας. Ξέρουν καλά ότι λίγη υπερβολή κάνει τη διαφορά και μας έλκει την προσοχή. Η μακαρίτισσα η γιαγιά μου, μην γνωρίζοντας από μάρκετινγκ, όταν έβλεπε στην τηλεόραση κάποια τραγική είδηση τηλεφωνούσε να μάθει αν είμαστε καλά, ανεξάρτητα από το αν το συμβάν εξελισσόταν σε άλλη πόλη, χώρα ή ήπειρο! Ο φόβος ήταν φανερά πιο ισχυρός από το μήνυμα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 13, Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2004
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2007
Η σύγχρονη Ψυχολογία
Η χρήση του όρου ψυχολογία δεν λείπει από την καθημερινότητά μας. Από το καταχρηστικό «ανέβηκε η ψυχολογία μου» έως τη λυτρωτική επίκληση της «κακής ψυχολογίας», στην οποία αποδίδουν οι αθλητές τη μειωμένη απόδοσή τους. Στο χρηματιστήριο επηρεάζεται η «ψυχολογία», το ίδιο και στην οικονομία. Τελευταία και η πολιτική έχει τη δική της «ψυχολογία». Αναμφίβολα η Ψυχολογία έχει μπει πολύ δυνατά στη ζωή μας - στη δουλειά μας, στη διασκέδαση, στις συζητήσεις, στην οικογένεια μας! Η συνειδητοποίηση αυτή έχει θετικές και αρνητικές παραμέτρους, όμως μας κατατάσσει στον λεγόμενο σύγχρονο κόσμο, καθώς η ανάπτυξη της Ψυχολογίας σε μια χώρα συναρτάται από την γενικότερη ανάπτυξή της. Στην Ελλάδα λόγω διαφορετικών εθνικοπολιτικών και κοινωνικοοικονομικών συνθηκών αργήσαμε να «ψυχολογικοποιηθούμε», όμως τελικά «πατήσαμε γκάζι». Τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας προβάλλουν επαρκώς κάθε τι το «ψυχολογικό». Δεν είναι λίγες οι τηλεοπτικές εκπομπές, ούτε τα περιοδικά, που προβάλλουν ένα κακέκτυπο της ψυχολογίας. Επιπλέον κάθε, διάτων ή μη, τηλεοπτικός αστέρας προσπαθεί με ψυχολογικούς όρους και εκφράσεις να κερδίσει την εφήμερη παρουσία στη δημοσιότητα.
Ας προσπαθήσουμε όμως να ξεκαθαρίσουμε εν συντομία τα πράγματα. Παρά τα όσα παράδοξα προαναφέρθηκαν υπάρχει σοβαρό ενδιαφέρον για την επιστήμη της Ψυχολογίας. Η ανάλυση της ιδιοσυγκρασίας των Ελλήνων και το ότι η Ψυχολογία γεννήθηκε από τα σπλάχνα της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας δίνουν ένα σαφές επεξηγηματικό πλαίσιο του ενδιαφέροντός μας. Βέβαια οι αρχές της σύγχρονης επιστημονικής ψυχολογίας βρίσκονται, πολύ αργότερα, στο ψυχολογικό πειραματικό εργαστήριο του W.Wundt στη Λειψία και μετεφέρθησαν στην Ελλάδα από το μαθητή του Θεόφιλο Βορέα μετά το 1899.
Ένας απλός και σύγχρονος ορισμός είναι ότι η Ψυχολογία είναι η επιστημονική μελέτη της συμπεριφοράς και των ψυχικών λειτουργιών. Η συμπεριφορά είναι το ορατό κομμάτι, ο τρόπος που λειτουργούμε και φερόμαστε, ενώ οι ψυχικές λειτουργίες λαμβάνουν χώρα μέσα στο μυαλό μας. Ευρύτερα μπορούμε να πούμε ότι η Ψυχολογία ενδιαφέρεται για τις ψυχοβιολογικές λειτουργίες, τις αισθήσεις, την αντίληψη, τη συνείδηση, τη μάθηση, τη μνήμη, τη σκέψη και τη γλώσσα, τη νοημοσύνη, τα κίνητρα, το συναίσθημα, την ανάπτυξη, την προσωπικότητα, τις ψυχολογικές διαταραχές, τη θεραπεία, την υγεία, την κοινωνική αντίληψη και τις κοινωνικές επιρροές.
Η ψυχολογία είναι επιστήμη διότι χρησιμοποιεί επιστημονικές μεθόδους, μάλιστα τις ίδιες, όπως η φυσική, η χημεία και η βιολογία, δηλαδή το πείραμα, τη διατύπωση υποθέσεων και τον επιστημονικό έλεγχο των θεωριών. Τα ψυχολογικά πειράματα γίνονται στο εργαστήριο ή στο πεδίο, δηλαδή στις πραγματικές συνθήκες της καθημερινότητας. Η μελέτη της συμπεριφοράς δεν περιορίζεται μόνο στον άνθρωπο, αλλά περιλαμβάνει και άλλα έμψυχα είδη. Σε κάθε περίπτωση μας έχει τροφοδοτήσει με πλούσιες γνώσεις για τη ζωή και μας έχει βοηθήσει να κατανοήσουμε τον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο πως οι περισσότερες ιδιωτικές και δημόσιες συζητήσεις μας διανθίζονται από συμπεράσματα που έχουν εξαχθεί από έρευνες ή πειράματα ψυχολόγων.
Τα πεδία εφαρμογής της ψυχολογίας είναι τόσα, όσα και αυτά της ανθρώπινης δραστηριότητας. Μάλιστα με την πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας εμφανίζονται νέα, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, το διάστημα, η εικονική πραγματικότητα, κ.α. Οι ψυχολογικές δυσκολίες και η θεραπεία τους αποτελούν κομμάτι της Ψυχολογίας. Πέραν αυτών όμως, υπάρχουν, όπως είδαμε, παρά πολλά που συνθέτουν το αντικείμενό της.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Επταήμερη», Αρ. φύλλου 12, Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2004
© Βασίλειος Ν. Θεοδώρου
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)